Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2019

Κρατική παρέμβαση και συστήματα υγείας

Κρατική παρέμβαση και συστήματα υγείας

Tου Καλλίνικου Νικολακόπουλου * (27/12/2019)















Η ιστορική προσέγγιση ανέδειξε τους λόγους για τη συγκρότηση της πολιτικής υγείας, ενώ η οικονομική προσέγγιση μπορεί να ερμηνεύσει τους λόγους κρατικής παρέμβασης στον τομέα της υγείας. Κατά τις αρχές της δημόσιας οικονομικής, το κράτος παρεμβαίνει στην οικονομία, λόγω των ατελειών και αδυναμιών της ανταγωνιστικής αγοράς, για να:

  • παράσχει στην κοινωνία τα δημόσια αγαθά,
  • παράσχει αγαθά και υπηρεσίες στις επιθυμητές και αναγκαίες ποσότητες,
  • επεκτείνει τις δραστηριότητες που δημιουργούν εξωτερικές οικονομίες,
  • περιορίσει τις δραστηριότητες που δημιουργούν εξωτερικές επιβαρύνσεις,
  • ελέγξει τα μονοπώλια και παρεμποδίσει τη δημιουργία νέων,
  • αναδιανείμει το εισόδημα και τον πλούτο για την επίτευξη της άριστης ή κοινωνικά επιθυμητής διανομής,
  • σταθεροποιήσει την οικονομία,
  • ανακατανείμει τα μέσα παραγωγής στην απαιτούμενη έκταση για πραγματοποίηση της κοινωνικά επιθυμητής οικονομικής ανάπτυξης.

Ο παραγωγός ενός αγαθού έχει ένα όφελος και ένα κόστος από την παραγωγή του. Η παραγωγή ενός αγαθού απαιτεί τη δαπάνη χρημάτων, έχοντας ένα κόστος, και όταν το αγαθό πουληθεί ο παραγωγός του θα εισπράξει χρήματα έχοντας όφελος. Σε κάποιες περιπτώσεις η παραγωγή του αγαθού μπορεί να προκαλέσει όφελος ή κόστος και για την υπόλοιπη κοινωνία, πέραν του παραγωγού του. Π.χ. η παραγωγή του αγαθού εκπαίδευση, επιφέρει όφελος συνολικά στην κοινωνία, εκτός του οφέλους που αποκομίζει ο ‘καταναλωτής’ της εκπαίδευσης.

Ένα εργοστάσιο που μολύνει με τη ρίψη των λημμάτων του σε λίμνη, ποταμό ή θάλασσα, εκτός του κόστους που έχει ο ιδιοκτήτης για να παράγει το αγαθό, έχει κόστος για όλη την κοινωνία από την μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα. Όταν μία παραγωγική δραστηριότητα δημιουργεί εξωτερικές οικονομίες, δημιουργείται όφελος για το σύνολο της κοινωνίας, εκτός του οφέλους που αποκομίζουν οι παραγωγοί της. Όταν όμως η παραγωγική δραστηριότητα δημιουργεί εξωτερική επιβάρυνση, δημιουργείται και πρόσθετο κόστος για το σύνολο της κοινωνίας, εκτός του ατομικού κόστους.

Ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού, αν δεν υπήρχε κρατική παρέμβαση στην υγεία, δεν θα αγόραζε υπηρεσίες υγείας ή θα τις αγόραζε σε μικρότερη ποσότητα από την απαραίτητη, με δυσμενές αποτέλεσμα στην κατάσταση της υγείας του.

Οι λόγοι παρέμβασης του κράτους στον τομέα της υγείας, είναι:

  • παραγωγή του αγαθού ‘υπηρεσίες υγείας’ και παροχή του στους πολίτες σε σχετικά χαμηλή τιμή, συγκριτικά με την ισχύουσα στην αγορά,
  • προσδιορισμός της κοινωνικά άριστης ποσότητας του αγαθού, αφού οι ασφαλισμένοι δεν έχουν συμφέρον να αποκαλύψουν τις πραγματικές τους προτιμήσεις για την ποσότητα των ζητούμενων υπηρεσιών υγείας, ενώ οι ιατροί και οι επαγγελματίες υγείας είναι ταυτόχρονα και προμηθευτές του αγαθού, αλλά και αυτοί που καθορίζουν τη ζήτηση υπηρεσιών υγείας, λειτουργώντας ως ενδιάμεσοι των ασθενών,
  • παραγωγή του αγαθού ‘υπηρεσίες υγείας’, που έχει σημαντικές θετικές επιπτώσεις στο σύνολο της κοινωνίας.

Ο βασικότερος λόγος κρατικής παρέμβασης στον τομέα της υγείας, είναι η ομαλή αναπαραγωγή της κοινωνίας και προστασία των πολιτών της από τον κίνδυνο της ασθένειας και ανικανότητας. Ακόμη και σε χώρες με αναπτυγμένο τον ιδιωτικό τομέα υγείας, ουσιαστικά αυτό που παρέχεται είναι το τελικό προϊόν των ‘υπηρεσιών υγείας’. Για την παραγωγή του πρέπει να υπάρξει μία πολύπλοκη παραγωγική διαδικασία, που ο ιδιωτικός τομέας δεν διασφαλίζει.

Για τη δημιουργία γιατρών, θα πρέπει να έχουν εκπαιδευθεί κατάλληλα κάποιοι πολίτες και η εκπαίδευση τους είναι μία πολυέξοδη και επίπονη διαδικασία που δεν αποφέρει κέρδος σε κανένα ιδιώτη, που απλά θέλει κάποιους γιατρούς για το ιδιωτικό του νοσοκομείο. Ακόμη, για την παραγωγή φαρμάκων απαιτείται πολυέξοδη έρευνα δεκαετιών, για την επίτευξη του τελικού επιθυμητού αποτελέσματος.

Κανένας ιδιώτης δεν μπορεί να οργανώσει ατομικά ολόκληρη την απαιτούμενη παραγωγική διαδικασία, για την παραγωγή του τελικού προϊόντος των υπηρεσιών υγείας. Επίσης, κανένας καταναλωτής δεν μπορεί να ‘χρεωθεί’ ατομικά το συνολικό κόστος της απαιτούμενης παραγωγικής διαδικασίας, για την αγορά του τελικού προϊόντος των υπηρεσιών υγείας. Ο παραγωγός και ο καταναλωτής μπορούν να παράγουν και να καταναλώνουν το τελικό προϊόν χρησιμοποιώντας, χωρίς άμεση αποπληρωμή, τη συνολική παραγωγική διαδικασία.

Το αγαθό ‘υπηρεσίες υγείας’ θεωρείται από το κράτος ως ένα αγαθό που πρέπει να καταναλώνεται από τους πολίτες, ανεξαρτήτως της επιθυμίας τους, για τη διατήρηση της υγείας τους σε ικανοποιητικό επίπεδο. Στην περίπτωση μη κατανάλωσης υπηρεσιών υγείας, το κόστος αποκατάστασής της υγείας επιβαρύνει το κοινωνικό σύνολο και όχι μόνο τους ασθενείς.

Τα χαρακτηριστικά που εντάσσουν την υγεία στα δημόσια αγαθά είναι :

  • η απόλαυσή του από κάποιους δεν το στερεί ταυτόχρονα από κάποιους άλλους,
  • δεν θεωρείται σκόπιμο να αποκλείονται από αυτό όσοι δεν μπορούν να το αποπληρώσουν,
  • το προϊόν δεν είναι ομοιογενές, υπάρχει ασύμμετρη πληροφόρηση του καταναλωτή σε σχέση με τον γιατρό και δεν μπορεί να αποφασίσει ο ίδιος για το επιλέξιμο προϊόν,
  • η αβεβαιότητα είναι εντονότατη και από την πλευρά του καταναλωτή (είδος, χρόνος και κόστος της νόσου) και από την πλευρά του γιατρού (αβεβαιότητα τρόπου ιατρικής αντιμετώπισης νόσου).

Για τους παραπάνω λόγους το αγαθό ‘υπηρεσίες υγείας’ θεωρείται και ‘κοινωνικό αγαθό’, που παράγεται άμεσα από το κράτος ή με ελεγχόμενη από αυτό παραγωγική διαδικασία, σε περίπτωση ιδιωτικής πραγματοποίησής της.

Η δημόσια παρέμβαση σε κάθε τομέα μπορεί να πάρει μια ή περισσότερες από τις εξής μορφές: ρύθμιση, φορολόγηση και επιδότηση, δημόσια παροχή. Ο τομέας της υγείας σε όλες τις χώρες υπόκειται σε περιοριστικές ρυθμίσεις της αναγνώρισης του δικαιώματος άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος. Επιπλέον, τα διάφορα συστήματα υγείας ακολουθούν όλες τις μορφές δημόσιας παρέμβασης σε διαφορετική αναλογία.

Ωστόσο, δύο γενικοί τύποι διακρίνονται: μεικτά συστήματα δημοσίων-ιδιωτικών φορέων και εθνικά συστήματα υγείας. Τα μεικτά συστήματα έχουν ποικιλία ιδιοκτησιακών μορφών των μονάδων υγείας. Τα νοσοκομεία είναι σχεδόν πάντοτε ιδιωτικά ιδρύματα, αλλά δεν είναι πάντοτε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Οι γιατροί είναι πάντοτε ιδιώτες, κυρίως συμβεβλημένοι με ασφαλιστικό φορέα. Η κατανάλωση φροντίδων υγείας γίνεται δωρεάν στο σημείο χρήσης (Γερμανία, Καναδάς κλπ), ή με αντίτιμο που καταβάλλει ο ασθενής και τμήμα του επιστρέφεται από κοινωνικούς (Γαλλία) ή ιδιωτικούς (ΗΠΑ) ασφαλιστικούς φορείς.

Στα συμβατικά συστήματα αγοράς, ο συνδυασμός ασφαλιστικής κάλυψης και αμοιβής ανά πράξη προκαλεί υπερβολική κατανάλωση και ο περιορισμός του συνολικού προϊόντος του τομέα στο κοινωνικά άριστο επίπεδο, αποτελεί βασικό στόχο της δημόσιας παρέμβασης. Αυτό μερικά επιτυγχάνεται με την επιβολή διοικητικών ρυθμίσεων ή περιορισμών. Σε μια συμβατική αγορά, η πλευρά της παροχής φροντίδων υγείας (γιατροί, νοσοκομεία) διαχωρίζεται από την πλευρά της χρηματοδότησης (ασφαλιστικοί φορείς), ενώ δεν υφίστανται κίνητρα εξοικονόμησης πόρων.

Συνήθως, οι γιατροί είναι ταυτόχρονα ιδιοκτήτες-μέτοχοι ενός οργανισμού παροχής υπηρεσιών υγείας, με κίνητρο τον περιορισμό της χρήσης υπηρεσιών υγείας στα αναγκαία. Έτσι, τα κίνητρα υπερβολικής κατανάλωσης της συμβατικής ασφάλισης απουσιάζουν, πιθανά αντικαθιστώμενα από αντίθετα κίνητρα υπερβολικά χαμηλής κατανάλωσης.

Στα εθνικά συστήματα υγείας (Βρετανία, Σουηδία κλπ), νοσοκομεία και μονάδες υγείας ανήκουν αποκλειστικά στο κράτος και οι γιατροί και το νοσηλευτικό/βοηθητικό προσωπικό απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ή ειδική σύμβαση. Η χρηματοδότηση του συστήματος εξασφαλίζεται σχεδόν αποκλειστικά από τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού. Η στρατηγική του εθνικού συστήματος υγείας, βασίζεται στις εξής τέσσερις βασικές αρχές:

  • α) Οι υπηρεσίες, χρηματοδοτούνται από τη φορολογία και παρέχονται δωρεάν. Έτσι, παρακάμπτεται το πρόβλημα της μη πλήρους κάλυψης και της διαφοράς των ασφαλιστικών καθεστώτων, αναλόγως της επαγγελματικής κατηγορίας. Η αρχή της ανταποδοτικής ασφάλισης (παροχές υγείας βάσει ασφαλιστικών εισφορών), καταργείται πλήρως και επικρατεί η αρχή της οικουμενικής παροχής (παροχή πρόσβασης βάσει της ιδιότητας του πολίτη ή κατοίκου).
  • β) Η κατανομή φροντίδων (χειρουργικών επεμβάσεων κλπ) στους ασθενείς, δεν αποφασίζεται από τους ίδιους, αλλά από τους γιατρούς με μη οικονομικά κριτήρια (της ιατρικής ‘ανάγκης’ για περίθαλψη). Η επίσκεψη σε ειδικό γιατρό, γίνεται κατόπιν παραπομπής από τον γενικό γιατρό και η νοσηλεία σε νοσοκομείο μόνο με ιατρικό παραπεμπτικό. Έτσι, λύνονται αρκετά από τα προβλήματα, που θα προκαλούσε η ασύμμετρη πληροφόρηση.
  • γ) Οι γιατροί αμείβονται είτε σύμφωνα με τον αριθμό των εγγεγραμμένων ασθενών (γενικοί γιατροί), είτε με μισθό (νοσοκομειακοί γιατροί) και όχι ανά ιατρική πράξη. Έτσι, εξισορροπούνται τα κίνητρα για υπερβολική κατανάλωση εξαιτίας του ηθικού κινδύνου, που αλλιώς θα οδηγούσαν σε διόγκωση του κόστους.
  • δ) Η προσφορά υπηρεσιών υγείας υπόκειται σε περιορισμούς είτε διοικητικής φύσης (λίστες αναμονής), είτε με τον καθορισμό από το κοινοβούλιο του συνολικού διατιθέμενου ετήσιου ποσού για χρηματοδότηση του εθνικού συστήματος υγείας.

Σε χώρες με εθνικά συστήματα υγείας, η συνολική δαπάνη για την υγεία (ως ποσοστό % του ΑΕΠ) είναι αισθητά μικρότερη από τις χώρες με κοινωνική ασφάλιση υγείας και η εξοικονόμηση πόρων, επιτυγχάνεται χωρίς επιπτώσεις ιατρικής φύσης. Τα εθνικά συστήματα υγείας υποστηρίζονται από την κοινωνική πλειοψηφία, γιατί εξασφαλίζουν κοινωνική δικαιοσύνη με μικρότερο λειτουργικό κόστος.

Ενδεικτικά, το 2017 τα ποσοστά του ΑΕΠ για δαπάνες υγείας, ήταν 10,4% στη Νορβηγία, 10,9% στη Σουηδία και 9,6% στη Μ. Βρετανία (χώρες με εθνικό σύστημα υγείας), ενώ στον αντίποδα ήταν 17,2% στις ΗΠΑ. Τα ποσοστά των δημοσίων δαπανών υγείας ως προς το σύνολο των υγειονομικών δαπανών το 2017, ήταν 85% στη Νορβηγία, 83,6% στη Σουηδία και 78,7% στην Μ. Βρετανία και 81,8% στις ΗΠΑ, τρομακτικά αυξημένο σε σχέση με το 48,4% του 2013 εξαιτίας εφαρμογής του γνωστού Obama-care.

Το ποσοστό του ΑΕΠ για δαπάνες υγείας το 2017 ήταν στην Ελλάδα 8,4%, εμφανέστατα μειωμένο σε σχέση με το 9,5% του 2009 εξαιτίας των άγριων ‘μνημονιακών’ περικοπών στις δημόσιες δαπάνες υγείας κι εμφανώς κάτω του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ που ήταν 8,8%. Το μέγεθος του δημόσιου τομέα υγείας στην Ελλάδα ήταν 61,2% το 2017, λόγω εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων καταστροφικών ‘μνημονιακών’ πολιτικών περικοπής αναγκαίων δημόσιων κοινωνικών δαπανών αλλά και διαρκούς συρρίκνωσης του ΑΕΠ, που έφθασε σε μείωση το ποσοστό του 25% από το 2009, πράγμα πρωτοφανές για χώρα που δεν βρίσκεται σε κατάσταση πολέμου. Στις χώρες με εθνικά συστήματα υγείας, η συνολική δαπάνη είναι μικρότερη από τις χώρες με κοινωνική ασφάλιση υγείας, επιτυγχάνοντας κοινωνική δικαιοσύνη και ευρεία υποστήριξη.

(Το άρθρο βασίστηκε σε παλιότερο σχετικό άρθρο με επικαιροποίηση και ενημέρωση των στατιστικών στοιχείων)

* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), email:nikokal02@yahoo.gr, website: www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

Η σημασία των αρνητικών επιτοκίων (αναδημοσίευση από της καθημερινή εφημερίδα της Πάτρας 'Πελοπόννησος' 16/10/2019)

Η σημασία των αρνητικών επιτοκίων



ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ *


Οι νεοφιλελεύθεροι, οικονομολόγοι και μη, πανηγυρίζουν για το αρνητικό επιτόκιο των τρίμηνων ελληνικών ομολόγων, αποδίδοντας την επίτευξή του στην επιτυχή τάχα διαχείριση της ελληνικής οικονομίας. Παραβλέπουν ότι παγκόσμια έχουμε εισέλθει σε φάση αρνητικών έως έντονα αρνητικών επιτοκίων των κρατικών τίτλων (ομόλογα, ομολογίες κλπ) και προφανώς ισχύει και για την Ελλάδα.
Αυτό σημαίνει κυρίως ότι: α)οι δανειστές προβλέπουν ότι προσεχώς η παγκόσμια οικονομία θα βρίσκεται σε κατάσταση ύφεσης/αποπληθωρισμού, β)η ζήτηση χρήματος είναι μικρότερη από την προσφορά του, διαμορφώνοντας αρνητικές αποδόσεις στον δανεισμό του. Βάσει των μνημονίων, το δημόσιο χρέος μας οφείλεται πλέον 85% στην τρόικα (EFSF-ESM-ECB-IMF) και 15% σε ιδιώτες-τράπεζες. Το καταβαλλόμενο επιτόκιο στην τρόικα κυμαίνεται μεταξύ 1,6% και 6%, μεγαλύτερο του όποιου ρυθμού ανάπτυξής μας. Αν δεν υπάρξει ονομαστική διαγραφή-'κούρεμα' μεγάλου μέρους του τεράστιου χρέους ή αποπληρωμή του με εντονότατο αρνητικό επιτόκιο, που εξισούται με διαγραφή σε ετήσιες δόσεις, και ταυτόχρονη σύνδεση αποπληρωμής του υπολοίπου με τον ρυθμό ανάπτυξης και αύξησης του ΑΕΠ, δεν υφίσταται ουσιαστική λύση θέτοντας τέλος στη διηνεκή «χρεοδουλοπαροικία». Ουσιαστικά μόνο για το 15% του δημόσιου χρέους, το κράτος δανείζεται κάθε τρεις μήνες και μετά το επαναδανείζεται κ.ο.κ.
Ακόμα και αν όλο το δημόσιο χρέος μας που οφείλεται σε ιδιώτες-τράπεζες επιτύγχανε αρνητικό επιτόκιο, δεν θα υπήρχε επίλυση γιατί δεν μπορεί να υπάρξει υπέρβαση πτώχευσης μέσω δανεικών αντλούμενων από τις 'αγορές' από τον πτωχευμένο. Οι ιδιώτες δανείζουν ένα κράτος Χ ευρώ συμφωνώντας να λάβουν π.χ. σε 2 έτη λιγότερα από Χ ευρώ, προσδοκώντας πως τα σημερινά Χ ευρώ θα αγοράζουν σε δύο έτη περισσότερα αγαθά, δηλαδή οι τιμές θα έχουν υποχωρήσει κατά μέσο όρο.
Συνεπώς θα υπάρξει μείωση του ΑΕΠ και τα μη επαρκή για την αποπληρωμή τού εξωφρενικού χρέους εισοδήματά μας δεν θα αρκούν ούτε μελλοντικά, γιατί ακόμη κι αν το χρέος έχει μειωθεί λίγο, εξαιτίας αρνητικών επιτοκίων, τα εισοδήματα θα έχουν συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο. Οποιοσδήποτε σχετικός πανηγυρισμός των νεοφιλελεύθερων είναι είτε επιτηδευμένος, προσποιούμενος ότι δεν κατανοεί το ουσιαστικό πρόβλημα παγκόσμια και στην Ελλάδα, είτε δηλώνει παντελή άγνοια των οικονομικών και έλλειψη στοιχειώδους λογικής.


* Ο Καλλίνικος Νικολακόπουλος είναι Οικονομολόγος - Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (www.kallinikosnikolakopoulos.blοgspot.com)

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2019

Το οικονομικό μήνυμα της κινηματογραφικής ταινίας του Γαβρά ‘Eνήλικοι στην αίθουσα’ - αναδημοσίευση από την καθημερινή εφημερίδα της Πάτρας 'Πελοπόννησος' της 10/10/2019

Το οικονομικό μήνυμα της κινηματογραφικής ταινίας του Γαβρά ‘Eνήλικοι στην αίθουσα’
                                   του Καλλίνικου Νικολακόπουλου* 10/10/2019

Η κινηματογραφική ταινία του Γαβρά 'Ενήλικοι στην αίθουσα', βασισμένη στο βιβλίο του Βαρουφάκη 'Αdults in the room' ή στα ελληνικά 'Ανίκητοι ηττημένοι',  ήταν τεχνικά και σκηνοθετικά άψογη και είχε τη δομή ντοκυμαντέρ, εστιάζοντας στα διαμειφθέντα με την τρόϊκα και το eurogroup από την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ, τον Γενάρη του 15, μέχρι και την παραίτηση του Βαρουφάκη από Υπουργός Οικονομικών, όταν ξεπουλήθηκε  το μεγαλοιώδες ‘Οχι του 61,3% δυο ημέρες μετά το δημοψήφισμα. Είναι μια ταινία  από τον Βαρουφάκη για το eurogroup, έναν μοντέρνο Μινώταυρο που τρέφεται με ανθρώπινες σάρκες,  ολοκληρωτικά προφυλαγμένος από ένα καθεστώς απόλυτης  παρανομίας και αδιαφάνειας. Στην ταινία ‘πρωταγωνιστούν’ οικονομικοί  ‘δολοφόνοι’ όντας τα εγκληματικά εκτελεστικά όργανα μιας υπερεθνικής ‘ευρωπαϊκής’ εξουσίας που καταστρέφει τους λαούς, με βασικό εργαλείο το eurogroup, όργανο-φάντασμα με μασονικού τύπου συγκρότηση και παράνομη λειτουργία, που δεν εκπορεύεται από κανένα άρθρο των ευρωπαϊκών συνθηκών, σε καθεστώς πλήρους μυστικότητας-αδιαφάνειας και χωρίς την τήρηση και δημοσίευση πρακτικών των συνεδριάσεών του. Ο Βαρουφάκης ήταν ο πρώτος πολιτικός που έσπασε την ‘ομερτά’ της ‘εχεμύθειας’, μαγνητοφωνώντας  τις συζητήσεις των υποτελών των ουσιαστικών ιδιοκτητών της ‘Ευρώπης’, του νεοφιλελεύθερου χρηματιστικού κεφαλαίου, αποδεικνύοντας ποιοί πνευματικοί νάνοι με αστείες δικαιολογίες λαμβάνουν αποφάσεις που αφορούν τη ζωή μισού δισεκατομμυρίου ανθρώπων, όντας ο ίδιος ανεξάρτητος διανοούμενος με αυτοτελή σκέψη πιστός στις   δεσμεύσεις του και όχι επαγγελματίας ‘πολιτικός’.
Σε επίπεδο ουσίας από πολιτικής-οικονομικής πλευράς, μου ήταν όλα γνωστά ως οικονομολόγου, που παρακολουθούσε τα τεκταινόμενα και παρέμβαινε και αρθρογραφικά. Σωστά τονίσθηκε ο σιωπηρός ρόλος του Χουλιαράκη, που τοποθετήθηκε Υφυπουργός Οικονομίας, λειτουργώντας ως μαριονέτα-αχυράνθρωπος της τρόϊκας και οι αντιφάσεις στην ελληνική κυβέρνηση, που ήταν κάτι βαθύτερο, εκπορευόμενο από τον Δραγασάκη που ήταν εξαρχής ‘παραδομένος’ στην τρόϊκα. Φάνηκε ξεκάθαρα η λειτουργία των γκάγκστερς του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού και των αυθαίρετων άτυπων 'οργάνων' eurogroup και τρόϊκας, που είναι ουσιαστικά τα όργανα επιβολής, παντοιοτρόπως, των εντολών των υπερεθνικών ευρωπαϊκών ελίτ, που για να εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους δεν διστάζουν να καταστρέψουν ολοκληρωτικά χώρες, λαούς κλπ.


* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), email:nikokal02@yahoo.gr, website:  www.kallinikosnikolakopoulos.blοgspot.com

Παρασκευή 10 Μαΐου 2019

Γερμανικές επανορθώσεις: Προσδιορισμός οφειλών για την Ελλάδα (αναδημοσίευση από την εφημερίδα 'Πελοπόννησος' 10/5/2019)

Γερμανικές επανορθώσεις: Προσδιορισμός οφειλών για την Ελλάδα



Του Καλλίνικου Νικολακόπουλου*


Η μόνη χώρα της ευρωζώνης που δεν υπέγραψε τη δανειακή σύμβαση -μνημόνιο- χωρών ευρωζώνης απευθείας με την Ελλάδα ήταν η Γερμανία.
Αντ' αυτής, υπέγραψε η κρατική επενδυτική τράπεζα KFW, λόγω ύπαρξης του γερμανικού κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων
Που το 2010, χωρίς συνυπολογισμό των τόκων, ήταν 162 δις ευρώ.
Υπενθυμίζουμε ότι η απόφαση της 19μελούς Διασυμμαχικής Επιτροπής των Παρισίων (1946) καταλόγισε στη Γερμανία ως οφειλή στην Ελλάδα 7,1 δις δολάρια (αξίας 108 δις ευρώ το 2010 χωρίς συνυπολογισμό των τόκων) για καταστροφές στις υποδομές στη διάρκεια κατοχής και το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο ύψους 3,5 δις δολαρίων (αξίας 54 δις ευρώ το 2010).
Η Γερμανία εξόφλησε όλες τις χώρες με τις οποίες βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση, εκτός της Ελλάδας. Εάν η γερμανική κυβέρνηση αρνιόταν την καταβολή τους, η ελληνική θα στοιχειοθετούσε δικαίωμα προσφυγής στα διεθνή δικαστήρια.
Υπενθυμίζουμε ότι σχετική δανειακή συμφωνία του αναγκαστικού γερμανικού κατοχικού δανείου υπογράφηκε την 14/3/1942 από τους πληρεξούσιους της Γερμανίας και της Ιταλίας στην Ελλάδα, Αλτενμπουργκ και Γκίτζι. Η Ελλάδα δεν είχε προσκληθεί και δεν ήταν παρούσα. Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας που επιβαλλόταν στην Ελλάδα ως υποχρεωτικά εκτελεστή, άτοκη. Με εμπιστευτικό έγγραφο 409/2-4-1942 ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών έδινε εντολή στην Τράπεζα Ελλάδος να συμμορφωθεί με τη ρηματική διακοίνωση του Αλτενμπουργκ και να αρχίσει να καταβάλει τις δανειακές προκαταβολές.
Την αρχική αυτή αναγκαστική σύμβαση ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις, με κοινή βούληση των συμβαλλομένων, μετατρέποντας την αρχική αναγκαστική σύμβαση σε συμβατική και το δάνειο από αναγκαστικό μεταπίπτει σε κοινό συμβατικό. Με την πρώτη τροποποίηση (2/12/1942) ορίζεται ότι τα δανειακά ποσά είναι αναπροσαρμοζόμενα και θα αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο του 1943, καταβάλλοντας και δύο εξοφλητικές δόσεις, οπότε το δάνειο μεταπίπτει σε έντοκο, λόγω υπερημερίας, σταθερού νομίσματος και συμβατικό. Αποτελεί λοιπόν συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας και όχι επανορθωτική, μη εντασσόμενο στη Συμφωνία του Λονδίνου 1953, που ανέστειλε την καταβολή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων μέχρι την επανένωση της Γερμανίας.
Η ναζιστική Γερμανία δανείσθηκε από το ελληνικό κράτος, που η ίδια χαρακτήρισε ακατάλυτο, κατά παράβαση του άρθρου 49 της σύμβασης της Χάγης του 1909, που ισχύει και σήμερα, και δεν αμφισβήτησε ποτέ το δάνειο, αρχίζοντας την αποπληρωμή του.
Ο καγκελάριος Ερχαρντ το 1964 δεσμεύθηκε για την επιστροφή του μετά την επανένωση της Γερμανίας. Η γερμανική κατοχή είναι υπεύθυνη για το οικονομικό ελληνικό ολοκαύτωμα της περιόδου 1940-44, την αύξηση του πληθωρισμού 15,3 εκατομμύρια φορές και μόνο η Ελλάδα υποχρεώθηκε να καταβάλει στη Γερμανία πολεμικές αποζημιώσεις. Για την επανόρθωση η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946, αναζητώντας το μετά τη λήξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου στον εξωτερικό δανεισμό. Αυτή που αμφισβητεί και αρνείται την επιστροφή του κατοχικού δανείου είναι η μετά το 1990 ενωμένη και δημοκρατική Γερμανία.
> Ο Γερμανός ιστορικός Albrecht Ritchl έχει αναφέρει εμφατικά ότι εάν η Γερμανία πιέσει την Ελλάδα, τότε αυτή μπορεί να αξιώσει την καταβολή των γερμανικών οφειλών, ανοίγοντας τους ασκούς του Αιόλου.
> Ο Γάλλος οικονομολόγος Jacques Delpla (Les Echos 2010) υπολόγισε το συνολικό οφειλόμενο ποσό σε 575 δις ευρώ, με συνυπολογισμό των τόκων. Αλλοι οικονομολόγοι το υπολογίζουν σήμερα μεγαλύτερο του 1,1 τρις ευρώ, με συνυπολογισμό των τόκων.
Το ποσό είναι άμεσα απαιτητό από τη γερμανική κυβέρνηση, μετά την ενοποίηση των 2 Γερμανιών το 1990, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Η ελληνική κυβέρνηση δικαιούται και οφείλει να εγγράψει τη γερμανική οφειλή στις ανείσπρακτες οφειλές προς το ελληνικό Δημόσιο και στον Κρατικό Προϋπολογισμό, με την αιτιολόγηση ότι πρόκειται για άμεσα απαιτητό ληξιπρόθεσμο χρέος. Οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, κατόπιν σχετικής εντολής, μπορούν να προβούν σε όλες τις ενέργειες για την είσπραξη του ληξιπρόθεσμου γερμανικού χρέους, έχοντας ως άμεσο αποτέλεσμα την μετατροπή του προϋπολογισμού της χώρας σε εντονότατα πλεονασματικό και τη μετατροπή του σε μεγάλο δημόσιο σωρευτικό πλεόνασμα, σημαίνοντας την εκπλήρωση των κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ, την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε ΑΑΑ, τη ραγδαία εξαφάνιση των spreads δανεισμού κλπ.
Σύμφωνα με τους κανονισμούς της Eurostat, η Γερμανία θα υποχρεωνόταν να εγγράψει στον Κρατικό της Προϋπολογισμό το οφειλόμενο δημόσιο χρέος προς την Ελλάδα και έτσι θα ετίθετο ζήτημα δημοσιονομικής επιτήρησης της Γερμανίας από την ΕΕ, λόγω μη εκπλήρωσης των κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ και των όρων του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας, που προσπαθεί να επιβάλει με την απειλή ποινών στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης.


*Ο Καλλίνικος Νικολακόπουλος είναι οικονομολόγος, μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής.

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2017

Περί ευρωζώνης, εθνικών νομισμάτων και άλλων τινών

Περί ευρωζώνης, εθνικών νομισμάτων και άλλων τινών
του Καλλίνικου Κ. Νικολακόπουλου* 12/2/2017

Η οικονομική κρίση-ύφεση του 2007-2008 εστίασε την προσοχή στα δομικά-διαρθρωτικά προβλήματα της ευρωζώνης και ενεργοποιήθηκε ουσιαστικά στο τέλος του 2009, μετά την ομολογία της ελληνικής κυβέρνησης για δυσχερή δημοσιονομική κατάσταση. Η δραστηριοποίηση της ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά ομολόγων και η δημιουργία αρχικά του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), και στη συνέχεια του μόνιμου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθαρότητας (ESM), καταπράυναν παροδικά την ακόρεστη δίψα των ‘αγορών’. Η Ελλάδα, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο,  ήταν ο αδύναμος κρίκος της λανθασμένα δομημένης ευρωζωνικής αλυσίδας. Η διαχείριση της κρίσης από τις ευρωπαϊκές αρχές, ήταν ασυνεπής και λανθασμένη με άστοχες  ερμηνείες και δεν είχε την απαιτούμενη ταχύτητα δράσης. Η κρίση τέλους 2010 της Ιρλανδίας και η επακόλουθη της Πορτογαλίας την άνοιξη του 2011, έθεσαν και τις 2 χώρες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ του EFSF και ανέδειξαν τον συστημικό χαρακτήρα της κρίσης. Από τα μέσα 2011 έγινε εμφανής και αναπόφευκτη μία δεύτερη προσπάθεια ΄διάσωσης’ της Ελλάδας, ακολουθούμενη από την πρόσφατη τρίτη ‘διάσωση’ και τις αναμενόμενες στο αμέσως προσεχές μέλλον. Η μικρή Κύπρος εντάχθηκε κι αυτή στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ στα μέσα του 2012, με το πρωτοφανές παγκοσμίως γεγονός του ‘κουρέματος’ τραπεζικών καταθέσεων, ενώ η Ισπανία ακολουθεί ‘μνημονιακές’ υφεσιακές πολιτικές και η ανήκουσα στους G8 Ιταλία έχει κλονισθεί σοβαρότατα. Η προβληθείσα έξοδος χωρών από την εφαρμογή ‘μνημονιών’ είναι εντελώς ψευδής, γιατί αυτές εξακολουθούν να υφίστανται την εφαρμογή ‘μνημονιακών’ υφεσιακών πολιτικών. Οι περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης είναι παγιδευμένες στη λανθασμένη προσέγγιση που εξαντλείται αποκλειστικά στον δανεισμό χρημάτων, με αντάλλαγμα υποσχέσεις εξοντωτικής λιτότητας και ‘διαρθρωτικών’ αλλαγών που απορυθμίζουν διαλύοντας εργασιακές σχέσεις  και θεσμούς του κοινωνικού κράτους πρόνοιας. Αυτή η προσέγγιση μετέτρεψε την επισφαλή κατάσταση των κρίσεων υπερχρέωσης, σε ατέρμονα καταστροφικότατο κύκλο. Η εμβάθυνση της κρίσης, συνοδευόμενη από ασυναρτησία και κοντόφθαλμα εθνικιστικά αντανακλαστικά της Γερμανίας, έχει καταστήσει αναπόφευκτη και ορατή τη διάλυση του νομισματικού εκτρώματος της ΟΝΕ-ευρωζώνης. Τα τρία υπαρκτά σενάρια για το μέλλον του ευρώ, είναι η διατήρηση ύπαρξης του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, η απόρριψή του και η ριζική αναμόρφωση-ανασύνθεσή του και η διάλυση του και η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα των χωρών-μελών.
Η διατήρηση του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, αντιμετωπίζει την κρίση μέσα σε αυτήν από τις αρχές (εθνικές κυβερνήσεις, ρυθμιστικές αρχές, ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ), επιμένοντας στην αυστηρή τήρηση των πολιτικών που ως τώρα ακολουθήθηκαν και βασίζεται σε 2 κύριες παρεμβάσεις. Η πρώτη, εγκρίνοντας διαρκώς πιστώσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος, υπό τον φόβο ότι μια άτακτη χρεοκοπία μίας ή περισσότερων χωρών θα προκαλούσε μία νέα τραπεζική κρίση, εστιάζει στο γεγονός ότι οι οφειλές των PIIGS (Portugal, Italy, Ireland, Greece, Spain) στις ευρωπαϊκές τράπεζες ανέρχονταν τον Μάρτιο του 2011 στο ποσό των 2,2 τρισεκατομμυρίων ευρώ. Τα χρήματα των προγραμμάτων ‘διάσωσης’, που εισφέρονται στο EFSF και στο διάδοχό του ESM από εθνικές κυβερνήσεις μελών της ΕΕ-ευρωζώνης, συνδυαζόμενα με πιστώσεις του ΔΝΤ, αποτελούν ένα επιπλέον δημοσιονομικό βάρος για τις ‘διασωζόμενες’ χώρες και αυξανόμενο κίνδυνο υποβάθμισης της πιστοληπτικής τους ικανότητας-αξιολόγησης. Η δεύτερη, συνίστατο σε παροχή πιστώσεων  από την ΕΚΤ προς τις τράπεζες των ‘διασωζόμενων’ χωρών, έναντι εγγυήσεων (δημόσιοι τίτλοι έκδοσης των αντίστοιχων χωρών) καθώς και στις άτυπες στοχευμένες αγορές κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά. Σε πολιτικό επίπεδο, αυτό συνδυαζόταν με τον εξαναγκασμό αποδοχής προγραμμάτων ακραίας λιτότητας και ‘μεταρρυθμίσεων’ από τις ‘διασωζόμενες’ χώρες (άκρατη περικοπή δαπανών και ραγδαία αύξηση φόρων για δημοσιονομικό εξορθολογισμό), με αιτιολογία το χρέος τους να καταστεί διαχειρίσιμο. Το πρόσθετο όπλο της αναδιάρθρωσης χρέους, δεν αλλάζει ουσιαστικά τις προοπτικές της προς ‘διάσωση’ χώρας. Η συνεισφορά μιας δραστικής διαγραφής χρέους  στον κρατικό προϋπολογισμό, παραμένει αμφίβολη και πιθανά  ανεπαρκής για την εξάλειψη του ελλείμματός του, μέσω της μειωμένης δαπάνης για καταβολή τόκων.  Η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη για την έξοδο των περιφερειακών χωρών από την κρίση, εκτός της βραχυπρόθεσμης λύσης των περικοπών δαπανών και των αυξήσεων φόρων, εστιάζεται αποκλειστικά στην περικοπή των μισθών για την ανάκτηση-αποκατάσταση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Η λογική της είναι η ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, επικεντρωνόμενη στη μείωση του μισθολογικού κόστους, αφού μία χώρα εντασσόμενη σε μία νομισματική ένωση χάνει το εργαλείο-δυνατότητα της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος. Η συμπίεση του μισθολογικού κόστους μεγεθύνει τις παραγόμενες ήδη, από τις περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, αποπληθωριστικές τάσεις αυξάνοντας την ανεργία και εμβαθύνοντας την ύφεση. Το ανεξόφλητο χρέος αυξάνεται ταχέως, λόγω της αύξησης των τόκων, δημιουργώντας δημοσιονομικά ελλείμματα. Ακόμη η συνεπακόλουθη μείωση του ΑΕΠ αυξάνει αυτόματα το χρέος, που μετράται ως ποσοστό του.  Οι ενταχθείσες τρεις χώρες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ εκπροσωπούσαν 6,1% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, αλλά μια ενδεχόμενη προσφυγή της Ισπανίας που  εκπροσωπούσε το 11,5% ή και μελλοντικά ακόμη χειρότερα της Ιταλίας με 16,8%, θα δημιουργήσει μια εκρηκτική και μη αντιμετωπίσιμη κατάσταση. Είναι αδύνατο να προβλεφθεί τι θα επακολουθήσει στην περίπτωση της Γαλλίας, που κατείχε το 21,2% του ευρωζωνικού ΑΕΠ. Όταν κάποια από τις πλουσιότερες χώρες αρνηθεί να προσφέρει τα απαραίτητα χρήματα στον μηχανισμό ‘διάσωσης’, είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα επέλθει το τέλος του νομισματικού εκτρώματος της ΟΝΕ.
Η απόρριψη του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, σημαίνει την οικειοθελή ή αναγκαστική αποχώρηση κάποιων χωρών από την ΟΝΕ, ως η λιγότερο κακή διαθέσιμη επιλογή. Αν οι εγκληματικές πολιτικές συνεχισθούν αδιάλειπτα, θα καταστήσουν μονόδρομο την απόρριψη του συστήματος για τις χώρες που έχουν ήδη ενταχθεί στον μηχανισμό ‘διάσωσης’. Μία έξοδος από την ευρωζώνη θα αύξανε σε φοβερό βαθμό τη διεθνή ανταγωνιστικότητα και τις προοπτικές ανάπτυξης αυτών των χωρών, εξαιτίας της αναπόφευκτης μεγάλης υποτίμησης των εθνικών νομισμάτων. Μία οικονομική ανάπτυξη όμως που θα βασίζεται αποκλειστικά μόνο στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, δεν διαρκεί συνήθως για αρκετό χρονικό διάστημα. Η έξοδος οποιασδήποτε χώρας από την ευρωζώνη, θα επέφερε υπερμεγέθες κόστος και την αναπόφευκτη διάλυση της, ως αποτέλεσμα του φαινομένου του ντόμινο και της λυσσαλέας επίθεσης των ‘αγορών’ στην επόμενη υποψήφια προς αποχώρηση χώρα κ.ο.κ. Αναφερόμενοι στα πρόσφατα παραδείγματα της Αργεντινής και της Ισλανδίας, πρέπει να επισημάνουμε ότι καμία από τις δύο χώρες, δεν ανήκε σε νομισματική ένωση με κοινό νόμισμα. Η Αργεντινή είχε  σταθερή ισοτιμία πέσο με δολάριο με σχέση 1:1 και η απελευθέρωση διακύμανσης της συναλλαγματικής της ισοτιμίας, προκάλεσε νομισματική υποτίμηση 70% μαζί με υποχρεωτική απομείωση-‘κούρεμα’ 65% στην αξία των κατεχόμενων από αλλοδαπούς ομολόγων της.  Αυτό δημιούργησε πληθωρισμό 26% το 2002, 13% το 2003 για να ‘ομαλοποιηθεί’ στη συνέχεια στο 4%, ποσοστό ανάπτυξης 8,5% από το 2003 ως το 2008, εκρηκτική ανάπτυξη των εξαγωγών 15-20% μετά το 2002 και πλεόνασμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών 3% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο, με ταυτόχρονη μείωση του δημόσιου χρέους στο 40% του ΑΕΠ. Οι ενταχθείσες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ χώρες, αλλά και η Ισπανία, έχουν πολλά κοινά με την Αργεντινή του 2001: ευμεγέθη απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας, αποδιοργάνωση δημόσιων οικονομικών, αυξανόμενο δημόσιο χρέος σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα, μη υγιή οικονομική ανάπτυξη, έντονη φυγή κεφαλαίων, τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών και απώλεια επενδυτικής εμπιστοσύνης.  Οι ‘διασώσεις’ της Ευρώπης το μόνο που ουσιαστικά έπραξαν, ήταν η διοχέτευση διαρκώς μεγαλύτερων πόρων σε αποτυχημένα εγχειρήματα, αναβάλλοντας και εμβαθύνοντας τις συνέπειες της κρίσης. Η αναδιάρθρωση της Ισλανδίας, αν και επώδυνη για τους κατοίκους της, δεν σπατάλησε άλλα χρήματα επιβαρύνοντας τους φορολογούμενούς με την εθνικοποίηση των ιδιωτικών χρεών των άσωτων τραπεζών της, όντας ‘τυχερή’ αφού δεν ήταν μέλος της ΕΕ.
Η αποδοτική λειτουργία μιας βέλτιστης νομισματικής ένωσης-ζώνης, έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση την εκπλήρωση ορισμένων συνθηκών και εξαρτάται απόλυτα από αυτές. Στην περίπτωση της ΟΝΕ-ευρωζώνης δεν υπάρχουν (μερικά ή ολικά): πολιτική ένωση, δημοσιονομική ενοποίηση, κινητικότητα εργατικού δυναμικού και ευελιξία τιμών-μισθών. Οι κρίσεις υπερχρέωσης των περιφερειακών χωρών της, έφεραν στην επιφάνεια  τις συνέπειες της μη εκπλήρωσης αυτών των συνθηκών και την προβληματική φύση της δόμησής της. Για την επίτευξη της ριζικής αναμόρφωσης-ανασύνθεσης του συστήματος δόμησής της,  αναγκαία και απαραίτητα είναι :
-Αλλαγή του ρόλου και λειτουργίας της ΕΚΤ, στην κατεύθυνση λειτουργίας όλων των κεντρικών τραπεζών παγκόσμια,  αναλαμβάνοντας  τη συνολική διαχείριση των κρατικών χρεών των χωρών της ευρωζώνης. 
-Ριζική  αλλαγή της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης, με κατάργηση του ‘Συμφώνου Σταθερότητας’   και  του  ‘Συμφώνου  για  το  ευρώ’  και αντικατάστασή τους με ένα ‘Σύμφωνο Ανάπτυξης και Απασχόλησης’ διαφορετικού περιεχομένου.
-Οι πολιτικές  τύπου  ‘Μνημονίου’, οδηγούν σε μεγαλύτερη ύφεση επιτείνοντας το οικονομικό αδιέξοδο   αδυνατώντας να επιλύσουν ουσιαστικά το υπάρχον πρόβλημα. Τουναντίον, θεωρείται απαραίτητη η εφαρμογή πολιτικών μεταφοράς δημοσιονομικών πόρων από πλεονασματικές σε ελλειμματικές εμπορικά χώρες, στα πλαίσια επίτευξης ομοιογένειας της ευρωζώνης.
Οι επιχειρούμενες ‘διασώσεις’ της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, και η παγκόσμιας ‘πρωτοτυπίας’ της Κύπρου, αλλά και όποιων άλλων χωρών μελλοντικά, είναι διασώσεις των ουσιαστικά πτωχευμένων ευρωπαϊκών τραπεζών και ιδιαίτερα γαλλικών-γερμανικών. Τα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών των χωρών του βορρά, και ειδικά  της Γερμανίας, διοχετεύθηκαν μέσω των τραπεζών και των ‘επενδυτών’ στο εξωτερικό, σε ριψοκίνδυνες αμφιλεγόμενες ‘επενδύσεις’ και δεν ανακυκλώθηκαν με τη δημιουργία επενδύσεων στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Η αναδιάρθρωση των χρεών των χωρών της περιφέρειας, θα προκαλέσει μεγάλες ζημιές στις γαλλογερμανικές τράπεζες και ιδιαίτερα στις τράπεζες-δανειστές του δημόσιου τομέα. Η ανακεφαλαιοποίηση-κεφαλαιακή ενίσχυση αυτών των τραπεζών, που οι πολιτικοί της Γερμανίας προσπαθούν να αποφύγουν τη χρηματοδότησή τους από τους φορολογούμενούς τους, είναι αναπόφευκτη, ενώ η πρόκριση ως λύση στην κρίση της ευρωζώνης της επιβολής χρόνιας ακραίας λιτότητας στις ‘άσωτες’ περιφερειακές χώρες της, αποφεύγει να αντιμετωπίσει ουσιαστικά το πρόβλημα. Η επικράτηση αυτής της γερμανικής λύσης, που  επιπλέον επέβαλε και την παρέμβαση-παρουσία του ΔΝΤ και των ακραία νεοφιλελεύθερων πολιτικών τύπου ‘μνημονίου’ στην Ευρώπη, επιλέγει την ασταμάτητη οικονομική στήριξη των πιο αδύναμων περιφερειακών χωρών μέχρι την ουσιαστική λύση του προβλήματος των χρεοκοπημένων ευρωπαϊκών τραπεζών.  Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αναπόφευκτη η διάλυση του νομισματικού εκτρώματος της ευρωζώνης και η επιστροφή των χωρών-μελών της στα εθνικά τους νομίσματα, με ταυτόχρονη διαγραφή μεγάλου μέρους των εθνικών δημόσιων χρεών συνοδευόμενη από σεισάχθεια στα ιδιωτικά χρέη, για να καταστεί δυνατή η επανεκκίνηση των εθνικών οικονομιών και η αποκατάσταση των υπαρχουσών μακροοικονομικών ανισορροπιών.

Στις ευρωζωνικές συνθήκες δεν υπάρχει πρόβλεψη για περιπτώσεις επίσημων κρατικών χρεοκοπιών εντός του κοινού νομίσματος, αλλά μια στάση πληρωμών στο εξωτερικό δημόσιο χρέος είναι αναγκαία και αναπόφευκτη.  Ο στόχος της κήρυξης επίσημου χρεοστασίου είναι βέβαια η, μετά από διαπραγματεύσεις, απομείωση – ‘κούρεμα’ του μεγαλύτερου μέρους του δημόσιου χρέους, που είναι μη διαχειρίσιμο μεσομακροπρόθεσμα, απειλώντας άμεσα τη βιωσιμότητα της χώρας και του λαού, στις οποίες θα προστρέξουν οι δανειστές αποπειρώντας να εισπράξουν σε βάθος χρόνου  όσο περισσότερα χρήματα μπορούν από τις σωρευτικές οφειλές. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά και άλλων περιφερειακών ευρωζωνικών χωρών,  αποκλειστικός στόχος των ‘μνημονίων’, πέραν της εμπέδωσης και επιβολής του καταστροφικού νεοφιλελεύθερου υποδείγματος του διηνεκούς καθοδικού - υφεσιακού σπιράλ και της ανακατανομής εισοδήματος υπέρ των ανώτερων εισοδηματικά τάξεων (του γνωστού Τ.Ι.Ν.Α. –There Is No Alternative), ήταν η διάσωση των ευρωπαϊκών ιδιωτικών τραπεζών (κυρίως γαλλο-γερμανικών) μέσω της μεταβίβασης - μεταφοράς των οφειλών στις πλάτες των ευρωπαϊκών λαών. Είναι μύθος ότι τα χρέη προς τον ‘επίσημο’ τομέα (‘θεσμοί’) δεν απομειώνονται – ‘κουρεύονται’ άμεσα, με χαρακτηριστικότερο πρόσφατο παράδειγμα την απομείωση – ‘κούρεμα’ των οφειλών κατά 70% που αποδέχθηκε ταπεινωμένο το ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) στην περίπτωση της Αργεντινής, μετά την κήρυξη επίσημης στάσης πληρωμών από μέρους της. Ακόμη ιστορικά είναι γνωστό το ότι σύμφωνα με τη συνθήκη του Λονδίνου το 1953, η Γερμανία πέτυχε την απομείωση – ‘κούρεμα’ του διακρατικού δημόσιου χρέους της κατά 63% άμεσα, πέραν των άλλων συμφωνηθέντων.
Σημαντικότατη είναι η συμβολή στην μονομερή διαγραφή δημόσιου χρέους, η πραγματοποίηση διεθνούς Ε.Λ.Ε. (Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου) του χρέους, που θα προσδιορίσει το απεχθές και επονείδιστο χρέος, που μπορεί να διαγραφεί μονομερώς σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων του ΟΗΕ. Στην Ελλάδα η συγκροτηθείσα, από την Πρόεδρο της Βουλής με αξιοποίηση διάταξης του κανονισμού της βουλής, Επιτροπή Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος, στα προκαταρκτικά της συμπεράσματα προσδιόρισε ότι 75% περίπου του δημόσιου χρέους ανήκε στις κατηγορίες του απεχθούς, επονείδιστου, παράνομου, μη σύννομου, καταχρηστικού κλπ χρέους και δεν ολοκλήρωσε τον  έλεγχο επί του δημόσιου χρέους μη διατυπώνοντας τα οριστικά της συμπεράσματα για τα περαιτέρω, μετά την πραξικοπηματική κατάργησή της. Έμπρακτη εφαρμογή της μονομερούς διαγραφής δημόσιου χρέους, μετά από διενέργεια Ε.Λ.Ε., αποτελεί το πρόσφατο παράδειγμα του Ισημερινού–Εκουαδόρ υπό την καθοδήγηση του προέδρου της χώρας Ραφαέλ Κορέα.
Μία πιθανή έξοδος από την ευρωζώνη δεν είναι αφ’ εαυτού της λύση για πάσα νόσο της ελληνικής οικονομίας, αλλά ένα δύσβατο μονοπάτι που επιβάλλεται εξ ανάγκης στην Ελλάδα, λόγω της νεοφιλελεύθερης αδιαλλαξίας των κύριων μελών της και της καταφανούς ιστορικής αποτυχίας της, που δεν ανταποκρίνεται στα μίνιμουμ ύπαρξης μιας βέλτιστης νομισματικής ζώνης-περιοχής εξαιτίας της στρεβλής δόμησης και νεοφιλελεύθερης έμπνευσης αρχιτεκτονικής της. Απαραίτητα βήματα που πρέπει να προηγηθούν της δυνητικής εξόδου από την ευρωζώνη, είναι η στάση πληρωμών στο εξωτερικό δημόσιο χρέος, η διαγραφή δημόσιου χρέους μετά από πραγματοποίηση ΕΛΕ σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η σεισάχθεια ιδιωτικών χρεών και η διεθνής νομική διεκδίκηση των βεβαιωμένων γερμανικών οφειλών. Η έξοδος από αυτή πιθανότατα θα σημάνει την απαρχή διάλυσης της, γιατί όποιος κρίκος αυτής της νομισματικής–οικονομικής αλυσίδας σπάσει, αυτή θα αποσυντεθεί. Αντίθετα, μία πιθανή έξοδος  μπορεί να σημάνει, υπό προϋποθέσεις, την υιοθέτηση πολιτικών παραγωγικής ανασυγκρότησης, που για να επιτύχουν θα απαιτήσουν δημόσιες επενδύσεις και τη βαθμιαία αλλαγή των σχέσεων παραγωγής, μείωσης της ανεργίας, αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος και οικονομικής ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη και αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των κατώτερων τάξεων μέσω άσκησης κατάλληλων φορολογικών πολιτικών, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο και την κρατικοποίηση υπό κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών που επανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα που χρεώθηκαν στον ελληνικό λαό κλπ. Η σχέση ανταλλαγής ευρώ προς εθνικό νόμισμα, πρέπει να ορισθεί 1 προς 1, για λόγους ευκολίας και απλοποίησης, και οποιαδήποτε τραπεζική κατάθεση ή οφειλόμενο δάνειο αυτόματα μετατρέπεται από ευρώ σε νέες δραχμές με αυτή την ισοτιμία.
Να επισημάνουμε ότι σε περίπτωση συντεταγμένης χρεοκοπίας μιας χώρας, το μέγιστο απαιτούμενο χρονικό διάστημα δύσκολης προσαρμογής της στη νέα κατάσταση, δεν μπορεί να υπερβεί το εξάμηνο. Αντίθετα, η περίπτωση άτακτης ή μη συντεταγμένης χρεοκοπίας μιας χώρας, απαιτεί ένα χρονικό διάστημα πολύ δύσκολης προσαρμογής που προσδιορίζεται περίπου στη διετία. Ακόμη και η δεύτερη και χειρότερη δυνατή περίπτωση, αν και μη επιλέξιμη, είναι προτιμότερη από τη συνέχιση των εγκληματικών ‘μνημονιακών’ πολιτικών που επιβάλλουν τη διαρκή καθοδική–υφεσιακή πορεία, μετατρέποντας μας σε δουλοπαροικία και προτεκτοράτο χρέους στο διηνεκές, με ότι αυτό συνεπάγεται.


  * Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής,  email : nikokal02@yahoo.gr website :  www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com    

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Ευρωζώνη : Οικονομικός παράδεισος ή νομισματική κόλαση ;

Ευρωζώνη : Οικονομικός παράδεισος ή νομισματική κόλαση ;

του Καλλίνικου Κ. Νικολακόπουλου* 12/12/2016

Οι ‘αγορές’ θεώρησαν ότι η πρώτη δεκαετία λειτουργίας της ευρωζώνης ήταν γενικά επιτυχής και ότι η κυκλοφορία  κοινού νομίσματος πραγματοποιήθηκε χωρίς προβλήματα και η ΕΚΤ ανταποκρίθηκε θετικά στον  παράδοξο-στρεβλό ρόλο που επωμίσθηκε να διεκπεραιώσει. Στο εσωτερικό της ευρωζώνης υπήρξαν έντονη οικονομική ανάπτυξη και αυξανόμενη απασχόληση, βασιζόμενες και τροφοδοτούμενες όμως από έντονα αυξανόμενα σωρευτικά χρέη. Η  μεγάλη προσφορά αγαθών, από τις αναδυόμενες οικονομίες, διατήρησε τον πληθωρισμό σε χαμηλά επίπεδα συγκαλύπτοντας τα προβλήματα και τις προκαλούμενες, από την μεγάλη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, ανισορροπίες. Πληθωριστικές ‘φούσκες’ διαπιστώθηκαν σε διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, όπως της αγοράς ακινήτων που έλαβε τρομακτικό μέγεθος, ιδιαίτερα στις Ιρλανδία και Ισπανία. Η ευρωζώνη, όντας ‘τυχερή’ στην έναρξη της ύπαρξής της, προκάλεσε  πολλαπλές δυνητικές κρίσεις στους κόλπους της.
Η οικονομική κρίση-ύφεση του 2007-2008 έστρεψε την προσοχή στα δομικά-διαρθρωτικά προβλήματα της ευρωζώνης και ενεργοποιήθηκε ουσιαστικά στο τέλος του 2009, μετά την ομολογία της ελληνικής κυβέρνησης για άσχημη δημοσιονομική κατάσταση. Η δραστηριοποίηση της ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά ομολόγων και η δημιουργία αρχικά του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), και στη συνέχεια του μόνιμου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθαρότητας (ESM), κατεύνασαν παροδικά την ακόρεστη δίψα των ‘αγορών’. Η Ελλάδα, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο,  ήταν ο αδύναμος κρίκος της λανθασμένα δομημένης ευρωζωνικής αλυσίδας. Η διαχείριση της κρίσης από τις ευρωπαϊκές αρχές δεν διακρινόταν από ταχύτητα δράσης, ήταν ασυνεπής και λανθασμένη με άστοχες  ερμηνείες. Η κρίση τέλους 2010 που τοποθέτησε και την Ιρλανδία στο επίκεντρο και η επακόλουθη της Πορτογαλίας την άνοιξη του 2011, έθεσαν και τις 2 χώρες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ του EFSF και ανέδειξαν τον συστημικό χαρακτήρα της κρίσης. Από τα μέσα 2011 έγινε εμφανής και αναπόφευκτη μία δεύτερη προσπάθεια ΄διάσωσης’ της Ελλάδας, ακολουθούμενη από την πρόσφατη τρίτη ‘διάσωση’ και πιθανότατα και επόμενες. Η μικρή Κύπρος εντάχθηκε κι αυτή στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ στα μέσα του 2012, με το τραγικό και πρωτοφανές παγκοσμίως γεγονός του ‘κουρέματος’ τραπεζικών καταθέσεων, ενώ η Ισπανία ακολουθεί ‘μνημονιακές’ υφεσιακές πολιτικές και η ανήκουσα στους G8 Ιταλία έχει κλονισθεί σοβαρότατα. Η προβληθείσα έξοδος χωρών από την εφαρμογή ‘μνημονιών’ είναι ψευδεπίγραφη, γιατί αυτές εξακολουθούν να υφίστανται την εφαρμογή ‘μνημονιακών’ υφεσιακών πολιτικών. Οι περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης είναι παγιδευμένες στη λανθασμένη προσέγγιση εστίασης αποκλειστικά στο δανεισμό χρημάτων, με αντάλλαγμα υποσχέσεις εξοντωτικής λιτότητας και ‘διαρθρωτικών’ αλλαγών απορρύθμισης εργασιακών σχέσεων και θεσμών. Αυτή η προσέγγιση μετέτρεψε την επισφαλή κατάσταση των κρίσεων υπερχρέωσης, σε ατέρμονα καταστροφικότατο κύκλο. Η εμβάθυνση της κρίσης, συνοδευόμενη από ασυναρτησία και κοντόφθαλμα εθνικιστικά αντανακλαστικά της Γερμανίας, έχει καταστήσει ορατό τον κίνδυνο διάλυσης της ΟΝΕ-ευρωζώνης. Ποιο είναι το μέλλον του ευρώ? Τα πιθανά εξεταζόμενα σενάρια είναι η διατήρηση του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, η απόρριψη αυτού του συστήματος και η ριζική αναμόρφωση-ανασύνθεσή του και τέλος η διάλυση του και η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα των χωρών-μελών.
Η διατήρηση του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, προϋποθέτει την αντιμετώπιση της κρίσης μέσα σε αυτήν από τις αρχές (εθνικές κυβερνήσεις, ρυθμιστικές αρχές, ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ), με επιμονή στην αυστηρή τήρηση των πολιτικών που ως τώρα ακολουθήθηκαν και εκδηλώνεται με 2 κύριες παρεμβάσεις. Η πρώτη, διαρκώς εγκρίνει πιστώσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος, υπό τον φόβο ότι μια άτακτη χρεοκοπία μίας ή περισσότερων χωρών θα προκαλούσε μία νέα τραπεζική κρίση. Αυτό βασίζεται στο γεγονός ότι οι οφειλές των PIIGS (Portugal, Italy, Ireland, Greece, Spain) στις ευρωπαϊκές τράπεζες ανέρχονταν τον Μάρτιο του 2011 στο ποσό των 2,2 τρισεκατομμυρίων ευρώ. Τα χρήματα των προγραμμάτων ‘διάσωσης’, εισφερθέντα στο EFSF και στο διάδοχό του ESM από εθνικές κυβερνήσεις μελών της ΕΕ-ευρωζώνης, συνδυαζόμενα με πιστώσεις του ΔΝΤ, αποτελούσαν ένα πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος για τις ‘διασωζόμενες’ χώρες και αυξανόμενο κίνδυνο υποβάθμισης της πιστοληπτικής τους ικανότητας-αξιολόγησης. Η δεύτερη, αφορούσε σε παροχή πιστώσεων  από την ΕΚΤ προς τις τράπεζες των ‘διασωζόμενων’ χωρών, έναντι εγγυήσεων (δημόσιοι τίτλοι έκδοσης των αντίστοιχων χωρών) καθώς και στις άτυπες στοχευμένες αγορές κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά. Σε πολιτικό επίπεδο, αυτό συνοδευόταν από τον εξαναγκασμό αποδοχής προγραμμάτων ακραίας λιτότητας και ‘μεταρρυθμίσεων’ από τις ‘διασωζόμενες’ χώρες (άκρατη περικοπή δαπανών και ραγδαία αύξηση φόρων για δημοσιονομικό εξορθολογισμό), με αιτιολογία το χρέος τους να καταστεί βιώσιμο. Το πρόσθετο όπλο της αναδιάρθρωσης χρέους, δεν μεταβάλλει ουσιαστικά τις προοπτικές της προς ‘διάσωση’ χώρας. Η συνεισφορά μιας δραστικής διαγραφής χρέους  στον κρατικό προϋπολογισμό, παραμένει αμφίβολη και ενδεχομένως ανεπαρκής για την εξάλειψη του ελλείμματός του, μέσω της μειωμένης δαπάνης για καταβολή τόκων.  Η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη για την έξοδο των περιφερειακών χωρών από την κρίση, εκτός της βραχυπρόθεσμης λύσης των περικοπών δαπανών και των αυξήσεων φόρων, βασίζεται στην περικοπή των μισθών για την ανάκτηση-αποκατάσταση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Η λογική της είναι η ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, εστιάζοντας στους μισθούς, αφού μία χώρα εντασσόμενη σε μία νομισματική ένωση χάνει το εργαλείο-δυνατότητα της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος. Η συμπίεση του μισθολογικού κόστους επιδεινώνει τις παραγόμενες ήδη, από τις περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, αποπληθωριστικές τάσεις αυξάνοντας την ανεργία και εμβαθύνοντας την ύφεση. Το ανεξόφλητο χρέος αυξάνεται ταχέως λόγω της αύξησης των τόκων, δημιουργώντας δημοσιονομικά ελλείμματα. Ακόμη η προκαλούμενη μείωση του ΑΕΠ αυξάνει αυτόματα το χρέος , που μετράται ως ποσοστό του.  Οι ενταχθείσες τρεις χώρες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ εκπροσωπούσαν 6,1% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, αλλά η προσφυγή της Ισπανίας που  εκπροσωπούσε το 11,5% ή και μελλοντικά ακόμη χειρότερα της Ιταλίας με 16,8%, θα δημιουργήσει μια εκρηκτική μη αντιμετωπίσιμη κατάσταση. Είναι πέρα από τη λογική τι θα επακολουθήσει στην περίπτωση της Γαλλίας, που κατείχε το 21,2% του ευρωζωνικού ΑΕΠ. Το τέλος θα επέλθει, όταν κάποια από τις πλουσιότερες χώρες αρνηθεί να προσφέρει τα απαραίτητα χρήματα στον μηχανισμό ‘διάσωσης’.
Η απόρριψη του συστήματος δόμησης της ευρωζώνης, σημαίνει την οικειοθελή ή αναγκαστική αποχώρηση κάποιων χωρών από την ΟΝΕ, ως η λιγότερο κακή διαθέσιμη επιλογή. Αν οι ακολουθούμενες πολιτικές συνεχισθούν αδιάλειπτα, θα καταστήσουν μονόδρομο την απόρριψη του συστήματος για τις χώρες που έχουν ενταχθεί στον μηχανισμό ‘διάσωσης’. Μία έξοδος από την ευρωζώνη θα αύξανε σε φοβερό βαθμό τη διεθνή ανταγωνιστικότητα και τις προοπτικές ανάπτυξης αυτών των χωρών αυτόματα, λόγω της αναπόφευκτης τεράστιας υποτίμησης των εθνικών νομισμάτων. Μία οικονομική ανάπτυξη που θα βασιζόταν μόνο στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, δεν θα μακροημέρευε και θα διαρκούσε για σύντομο χρονικό διάστημα. Η έξοδος κάποιας ή κάποιων χωρών από την ευρωζώνη, θα επέφερε τεράστιο κόστος και την αναπόφευκτη διάλυση της ευρωζώνης, λόγω του φαινομένου του ντόμινο και της αδίστακτης επίθεσης των ‘αγορών’ στην επόμενη υποψήφια προς αποχώρηση χώρα κ.ο.κ. Η δυνατότητα αυτή ανατρέχει στα πρόσφατα παραδείγματα της Αργεντινής και της Ισλανδίας. Καμία όμως από τις δύο χώρες, δεν ανήκε σε νομισματική ένωση με κοινό νόμισμα. Η Αργεντινή είχε  ‘κλειδωμένη’ την ισοτιμία πέσο με δολάριο με σχέση 1:1 και η απελευθέρωση διακύμανσης της συναλλαγματικής της ισοτιμίας, επέφερε μια υποτίμηση 70% μαζί με υποχρεωτική απομείωση-‘κούρεμα’ 65% στην αξία των κατεχόμενων από αλλοδαπούς ομολόγων της.  Αυτό δημιούργησε πληθωρισμό 26% το 2002, 13% το 2003 για να ‘ομαλοποιηθεί’ στη συνέχεια στο 4%, ποσοστό ανάπτυξης 8,5% από το 2003 ως το 2008, εκρηκτική ανάπτυξη των εξαγωγών 15-20% μετά το 2002 και πλεόνασμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών 3% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο, με ταυτόχρονη μείωση του δημόσιου χρέους στο 40% του ΑΕΠ. Οι ενταχθείσες στον μηχανισμό ‘διάσωσης’ χώρες, αλλά και η Ισπανία, έχουν πολλά κοινά με την Αργεντινή του 2001: μεγάλη απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας, αποδιοργάνωση δημόσιων οικονομικών, αυξανόμενο δημόσιο χρέος σε μη βιώσιμα επίπεδα, μη υγιή οικονομική ανάπτυξη, έντονη φυγή κεφαλαίων, τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών και απώλεια επενδυτικής εμπιστοσύνης.  Οι ‘διασώσεις’ της Ευρώπης το μόνο που ουσιαστικά έκαναν, ήταν η διοχέτευση διαρκώς μεγαλύτερων πόρων σε αποτυχημένα εγχειρήματα, αναβάλοντας και εμβαθύνοντας τις συνέπειες της κρίσης. Η αναδιάρθρωση της Ισλανδίας, αν και επώδυνη-δαπανηρή για τον πληθυσμό, δεν σπατάλησε άλλα χρήματα επιβαρύνοντας τους φορολογούμενούς με την εθνικοποίηση των ιδιωτικών χρεών των άσωτων τραπεζών της, όντας ‘τυχερή’ αφού δεν ήταν μέλος της ΕΕ.
Η αποδοτική λειτουργία μιας βέλτιστης νομισματικής ένωσης-ζώνης, προϋποθέτει την εκπλήρωση ορισμένων συνθηκών εξαρτώμενη από αυτές. Στην περίπτωση της ευρωζώνης δεν εκπληρώνονται (μερικά ή ολικά): πολιτική ένωση, δημοσιονομική ενοποίηση, κινητικότητα εργατικού δυναμικού και ευελιξία τιμών-μισθών. Οι κρίσεις υπερχρέωσης των περιφερειακών χωρών της, ανέδειξαν  τις συνέπειες της μη εκπλήρωσης αυτών των συνθηκών και την προβληματική φύση της δόμησής της. Στα πλαίσια της ριζικής αναμόρφωσης-ανασύνθεσης του συστήματος δόμησής της  αναγκαία και απαραίτητα είναι :
-Αλλαγή του ρόλου και λειτουργίας της ΕΚΤ, στην κατεύθυνση που λειτουργεί οποιαδήποτε κεντρική τράπεζα παγκόσμια,  αναλαμβάνοντας  τη συνολική διαχείριση των κρατικών χρεών των χωρών της ευρωζώνης. 
-Ριζική  αλλαγή της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης, με κατάργηση του ‘Συμφώνου Σταθερότητας’   και  του  ‘Συμφώνου  για  το  ευρώ’  και αντικατάστασή τους με ένα ‘Σύμφωνο Ανάπτυξης και Απασχόλησης’ διαφορετικού περιεχομένου.
-Οι πολιτικές  τύπου  ‘Μνημονίου’, οδηγούν σε μεγαλύτερη ύφεση επιτείνοντας το οικονομικό αδιέξοδο   και  μη επιλύοντας ουσιαστικά το υφιστάμενο πρόβλημα. Αντίθετα πρέπει να εφαρμοσθεί πολιτική μεταφοράς δημοσιονομικών πόρων από πλεονασματικές σε ελλειμματικές εμπορικά χώρες, στα πλαίσια επίτευξης ομοιογένειας της ευρωζώνης.
Ουσιαστικά οι ‘διασώσεις’ της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, και η παγκόσμιας ‘πρωτοτυπίας’ της Κύπρου, αλλά και όποιων άλλων χωρών μελλοντικά, είναι διασώσεις των ουσιαστικά πτωχευμένων ευρωπαϊκών τραπεζών και ιδιαίτερα γαλλικών-γερμανικών. Τα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών των χωρών του βορρά, ιδιαίτερα της Γερμανίας, διοχετεύθηκαν μέσω των τραπεζών και των ‘επενδυτών’ στο εξωτερικό, σε αμφίβολες ριψοκίνδυνες επενδύσεις και δεν ανακυκλώθηκαν με τη δημιουργία επενδύσεων στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Η αναδιάρθρωση των χρεών των χωρών της περιφέρειας, θα προκαλέσει ζημιές στις γαλλογερμανικές τράπεζες και ιδιαίτερα στις τράπεζες-δανειστές του δημόσιου τομέα. Η ανακεφαλαιοποίηση-κεφαλαιακή ενίσχυση αυτών των τραπεζών, που οι πολιτικοί της Γερμανίας προσπαθούν να αποφύγουν τη χρηματοδότησή τους από τους φορολογούμενούς τους, είναι αναπόφευκτη, ενώ εθελοτυφλούν προκρίνοντας ως λύση στην κρίση της ευρωζώνης την επιβολή χρόνιας ακραίας λιτότητας στις ‘άσωτες’ περιφερειακές χώρες της. Η επικράτηση αυτής της γερμανικής λύσης, που  επιπλέον επέβαλε και την παρέμβαση-παρουσία του ΔΝΤ και των ακραία νεοφιλελεύθερων πολιτικών τύπου ‘μνημονίου’ στην Ευρώπη, επιβάλλει την ασταμάτητη οικονομική στήριξη των πιο αδύναμων περιφερειακών χωρών μέχρι την ουσιαστική λύση του προβλήματος των χρεοκοπημένων ευρωπαϊκών τραπεζών.  Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αναπόφευκτη η διάλυση του νομισματικού εκτρώματος της ευρωζώνης και η επιστροφή των χωρών-μελών της στα εθνικά τους νομίσματα, με ταυτόχρονη διαγραφή μεγάλου μέρους των εθνικών δημόσιων χρεών συνοδευόμενη από σεισάχθεια στα ιδιωτικά χρέη, για να επιτευχθεί η επανεκκίνηση των εθνικών οικονομιών και η αποκατάσταση των υπαρχουσών μακροοικονομικών ανισορροπιών.

(Σημείωση: Το άρθρο αποτελεί επικαιροποίηση παλιότερου, γραμμένου προ σχεδόν τετραετίας)  


* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, 2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα οικονομικά και διοίκηση μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής,  email : nikokal02@yahoo.gr website :  www.kallinikosnikolakopoulos. blοgspot.com  

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Υπολογισμός των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα (αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών 14/9/2016)

Υπολογισμός των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα


Η μόνη χώρα της ευρωζώνης που δεν υπέγραψε τη δανειακή σύμβαση Ελλάδας – χωρών ευρωζώνης απευθείας με την Ελλάδα ήταν η Γερμανία και αντ’ αυτής υπέγραψε η γερμανική κρατική επενδυτική τράπεζα KFW, λόγω του γερμανικού κατοχικού δανείου και των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων.
Το ύψος τους κατά το 2010 ατόκως ήταν 162 δισ. ευρώ (7,1 δισ. δολάρια για πολεμικές επανορθώσεις και 3,5 δισ. δολάρια για το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή 108 και 54 δισ. ευρώ το 2010 ατόκως αντίστοιχα, σύμφωνα με απόφαση της 19μελούς Διασυμμαχικής Επιτροπής Παρισίου το 1946).
Η Γερμανία δεν εξόφλησε τις αναγνωρισμένες οφειλές της προς την Ελλάδα, έχοντας εξοφλήσει όλες τις αντίστοιχες οφειλές των άλλων χωρών. Τα ποσά αυτά δεν παραγράφηκαν, ούτε μπορούν να παραγραφούν, όντας αναγνωρισμένες οφειλές με διεθνείς συμφωνίες-συμβάσεις και αρκεί η έγγραφη απαίτησή τους από την ελληνική κυβέρνηση.
Σε περίπτωση άρνησης καταβολής τους από τη Γερμανία, η Ελλάδα στοιχειοθετεί δικαίωμα προσφυγής στα διεθνή δικαστήρια και αναμφισβήτητης δικαίωσής της.
Η σχετική δανειακή συμφωνία του αναγκαστικού γερμανικού κατοχικού δανείου, που υπογράφηκε από πληρεξούσιους Γερμανίας-Ιταλίας την 14/3/1942, μη παρούσης της Ελλάδας, προέβλεπε: Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται μηνιαία να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ., οι επιπλέον αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος χρεώνονταν στις κυβερνήσεις Γερμανίας-Ιταλίας ως άτοκο σε δραχμές δάνειο της Ελλάδας προς αυτές και η επιστροφή του δανείου θα γινόταν αργότερα με ισχύ από 1/1/1942.
Η δανειακή σύμβαση αποτελούσε μια συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας που επιβαλλόταν στην Ελλάδα ως υποχρεωτικά εκτελεστή-αναγκαστική, με μορφή μηνιαίων προκαταβολών απροσδιόριστου ύψους, διάρκειας και ημερομηνίας αποπληρωμής άτοκα σε δραχμές, ενώ ακολούθησαν τρεις τροποποιήσεις με κοινή βούληση των συμβαλλομένων, μετατρέποντας την σε κοινό συμβατικό έντοκο δάνειο.
Με την πρώτη τροποποίηση (2/12/1942) ορίστηκε ότι τα δανειακά ποσά είναι αναπροσαρμοζόμενα και θα αρχίσουν να επιστρέφονται από τον Απρίλιο 1943, όταν καταβλήθηκαν δύο εξοφλητικές δανειακές δόσεις χωρίς συνέχεια, καθιστώντας το δάνειο συμβατικό, έντοκο, λόγω υπερημερίας, και σταθερού νομίσματος, αποτελώντας συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας, και όχι επανορθωτική, μη εντασσόμενο στη συμφωνία του Λονδίνου 1953 που ανέστειλε την καταβολή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων μέχρι την επανένωση της Γερμανίας.
Η Γερμανία δανείστηκε από την Ελλάδα, κατά παράβαση της ισχύουσας και σήμερα σύμβασης της Χάγης 1909, και δεν αμφισβήτησε ποτέ το δάνειο αρχίζοντας την αποπληρωμή του, ενώ ο καγκελάριος Ερχαρντ το 1964 δεσμεύτηκε για την επιστροφή του μετά την επανένωση της Γερμανίας.
Η γερμανική κατοχή είναι υπεύθυνη για το ολοκαύτωμα 1940-44, την αύξηση του πληθωρισμού 15,3 εκατομμύρια φορές, ενώ μόνο η Ελλάδα κατέβαλε στη Γερμανία πολεμικές αποζημιώσεις. Για την επανόρθωση η Ελλάδα θα χρειαζόταν 33 φορές το εθνικό εισόδημα του 1946, αναζητώντας το απολεσθέν ΑΕΠ με εξωτερικό δανεισμό, ενώ η ενωμένη-δημοκρατική μετά το 1990 Γερμανία αρνείται την επιστροφή του κατοχικού δανείου.
Ο Γερμανός ιστορικός Albrecht Ritchl ανέφερε ότι η Ελλάδα μπορεί να αξιώσει την καταβολή των οφειλόμενων ποσών, εάν η Γερμανία την πιέσει. Ο Γάλλος οικονομολόγος Jacques Delpla, το 2010, υπολόγισε το συνολικό οφειλόμενο ποσό εντόκως σε 575 δισ. ευρώ, σημερινής εκτιμώμενης αξίας άνω των 600 δισ. ευρώ, ενώ άλλοι οικονομολόγοι το υπολόγισαν σε 1,1 τρισ. ευρώ εντόκως, σημερινής εκτιμώμενης αξίας προσεγγίζουσας το 1,2 τρισ. ευρώ.
Η διαφορά στο τελικό ποσόν της γερμανικής οφειλής οφείλεται στη χρήση διαφορετικών επιτοκίων προεξόφλησης. Το ποσό είναι άμεσα απαιτητό από τη Γερμανία, μετά την ενοποίηση Ομοσπονδιακής Γερμανίας και Λ.Δ.Γ. το 1990, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Η ελληνική κυβέρνηση δικαιούται και οφείλει να εγγράψει τη γερμανική οφειλή στις ανείσπρακτες οφειλές προς το ελληνικό Δημόσιο και στον κρατικό προϋπολογισμό, με την αιτιολόγηση ότι πρόκειται για άμεσα απαιτητό ληξιπρόθεσμο χρέος.
Οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, κατόπιν σχετικής εντολής, μπορούν να προβούν σε όλες τις απαραίτητες σχετικές άμεσες ενέργειες για την είσπραξη του ληξιπρόθεσμου γερμανικού χρέους. Το γεγονός αυτό θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα τη μετατροπή του προϋπολογισμού της χώρας σε εντονότατα πλεονασματικό, την ολοσχερή εξάλειψη του δημόσιου χρέους και τη μετατροπή του σε μεγάλο δημόσιο σωρευτικό πλεόνασμα.
Συνεπώς θα σήμαινε την έξοδο της Ελλάδας από τη δημοσιονομική παρακολούθηση και εποπτεία της Ε.Ε., την εκπλήρωση των κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ, την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε ΑΑΑ, τη ραγδαία εξαφάνιση των spreads δανεισμού κ.λπ.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τους κανονισμούς της Eurostat, η Γερμανία θα υποχρεωνόταν να εγγράψει στον δικό της κρατικό προϋπολογισμό το οφειλόμενο δημόσιο χρέος προς την Ελλάδα. Με αυτό τον τρόπο θα ετίθετο ζήτημα δημοσιονομικής επιτήρησης της Γερμανίας από την Ε.Ε., λόγω μη εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας που έχει επιβάλει με κάθε τρόπο και με την απειλή ποινών στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης.
* oικονομολόγος, αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων, μέλους του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής