Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Ιδιωτικές Δαπάνες Υγείας και Οικονομική Κρίση

Ιδιωτικές Δαπάνες Υγείας και Οικονομική Κρίση
        Των Καλλίνικου Νικολακόπουλου* και Λεμονιάς Χυδίρογλου** 12/11/2014

Σύμφωνα με τον  Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), οι συνολικές δαπάνες για την υγεία μειώθηκαν μεταξύ 2009 και 2012 σε 11 χώρες-μέλη με τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες να αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα και να έχουν επιζήμιες επιπτώσεις στην υγεία τους, εξαιτίας της μειωμένης πρόσβασης σε φάρμακα και σε ιατρικές εξετάσεις. Κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, οι δαπάνες για την υγεία (δημόσιες και ιδιωτικές) ανήλθαν το 2012 στο 9,3% του ΑΕΠ, έναντι ποσοστού 9,2% το 2011. Οι χώρες με την μεγαλύτερη δαπάνη υγείας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι οι ΗΠΑ με 16,9%, η Ολλανδία με 11,8% και η Γαλλία με 11,6%. Στην Ελλάδα καταγράφεται σημαντική μείωση των δαπανών υγείας, από το 2009 έως το 2012, με τις συνολικές δαπάνες, δημόσιες και ιδιωτικές, να μειώνονται από το 10,03% του ΑΕΠ το 2009 στο 9,16% του ΑΕΠ το 2012, που έχει συρρικνωθεί ως τώρα κατά 25% λόγω των καταστροφικών νεοφιλελεύθερων μνημονιακών πολιτικών Το σύνολο της τρέχουσας δαπάνης υγείας, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, μειώθηκε από τα 23.186 δισεκατομμύρια ευρώ το 2009 στα 17.708 δισ. το 2012.
Η Μελέτη του  Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου και του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ, που βασίζεται κυρίως σε ελληνικά και ευρωπαϊκά στατιστικά στοιχεία, αναφέρει ότι η σημερινή δημόσια δαπάνη της χώρας για την υγεία είναι μικρότερη από κάθε άλλη χώρα μέλος της Ευρωζώνης, λόγω των μεγαλύτερων περικοπών στον τομέα υγείας που έχουν συμβεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όσον αφορά συγκεκριμένα στις ιδιωτικές δαπάνες, ο πίνακας των χωρών του ΟΟΣΑ αποδεικνύει ότι ο Έλληνας, σε καιρό κρίσης,  αποπληρώνει με δικό του κόστος τα περισσότερα χρήματα, σε σχέση με το εισόδημά του, για υπηρεσίες υγείας συγκριτικά με τους άλλους πολίτες χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Δαπανά λοιπόν το 4,76% του εισοδήματός του για ιδιωτικές δαπάνες υγείας, ανεξάρτητα από τις φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές για την Υγεία.  Ακόμη και μια μικρή διαφορά σε απόλυτα νούμερα των ιδιωτικών δαπανών υγείας, τις εμφανίζει ως  μεγαλύτερες μετρούμενες ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει στον ίδιο βαθμό το μέγεθος της ιδιωτικής δαπάνης στον χώρο της υγείας, συγκριτικά με τις δημόσιες δαπάνες, με αποτέλεσμα το ΕΣΥ από σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (τύπου Bismark) βαθμιαία να μετατρέπεται σε ένα νεοφιλελεύθερο σύστημα υγείας (τύπου ΗΠΑ). Στα μέσα του 2010, λόγω του δημοσιονομικού ελλείμματος, η χώρα μας τέθηκε υπό την επίβλεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη λήψη μέτρων, και στον τομέα της Υγείας,  για την επίτευξη των στόχων του μνημονίου, που κινούνταν στην κατεύθυνση επίτευξης των νεοφιλελεύθερων στόχων συρρίκνωσης των λειτουργιών του κοινωνικού κράτους πρόνοιας. Τα μέτρα προέβλεπαν την μείωση της δημόσιας δαπάνης υγείας στο 6 % του ΑΕΠ έως το 2012 και της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στο 1% του ΑΕΠ, με επακόλουθο την περικοπή της χρηματοδότησης των δημόσιων νοσοκομείων (τα οποία είχαν ήδη έλλειμμα 6,5 δις € το 2010) και με επιπτώσεις στην ποιότητα και ποσότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους χρήστες.  Βασική συνέπεια αυτής, είναι η χαμηλή ποιότητα παροχής υπηρεσιών υγείας στον δημόσιο τομέα και επομένως η  σκοπούμενη κατεύθυνση των χρηστών στον ιδιωτικό - εξωνοσοκομειακό τομέα.
Τον κατακερματισμό του ΕΣΥ, τις ελλείψεις στη διάρθρωση, οργάνωση, λειτουργία των Δημόσιων Ιδρυμάτων, επιχειρεί να καλύψει ο ιδιωτικός τομέας, με όρους επιχειρηματικής αποδοτικότητας, ο οποίος είναι και ο ωφελημένος από τη συνειδητή προσπάθεια διάλυσης του ΕΣΥ. Στον ιδιωτικό τομέα, σε γενικές γραμμές, υπάρχουν πολλές επιλογές προσφοράς υπηρεσιών υγείας (π.χ φροντίδα ασθενών στο σπίτι), καλό επίπεδο παροχής νοσηλευτικών υπηρεσιών, η ιατρική και φαρμακευτική τεχνολογία είναι εκσυγχρονισμένη, υπάρχει επιλογή εναλλακτικών θεραπειών και νέων μεθόδων, δεν υπάρχει χρόνος αναμονής και επικρατούν καλές συνθήκες ξενοδοχειακής υποδομής. Όλα όσα αναφέρθηκαν, δεν προσφέρονται πλέον από το Δημόσιο λόγω των ακολουθούμενων καταστροφικών πολιτικών. Έτσι η ανάγκη για περισσότερες επιλογές, για λήψη υπηρεσιών υγείας υψηλής ποιότητας και ταχύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες αυτές, στρέφει τον χρήστη από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Η χαμηλή ποιότητα  των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας από το δημόσιο, σε συνδυασμό με τη ραγδαία ανάπτυξη του κλάδου των ιδιωτικών κλινικών και διαγνωστικών κέντρων, ευθύνονται κατά κύριο λόγο για την ποσοστιαία αύξηση των ιδιωτικών  δαπανών υγείας, σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ. Η αύξηση των ιδιωτικών δαπανών υγείας, οφείλεται επίσης και στη γήρανση του πληθυσµού και τη συνακόλουθη αύξηση της ζήτησης, στην επικράτηση των χρόνιων νοσηµάτων που απαιτούν µακροχρόνιες θεραπείες, στη νέα ιατρική και φαρµακευτική τεχνολογία που είναι ακριβότερη και στις αυξηµένες απαιτήσεις και προσδοκίες των πολιτών για περισσότερη και καλύτερη ιατρική φροντίδα.
Όπως αποδεικνύεται επίσης από τα στατιστικά στοιχεία, οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας δεν αυξήθηκαν σε απόλυτα νούμερα, αλλά εμφανίζονται ότι αυξήθηκαν ως ποσοστό του ΑΕΠ, εκτός της τρομακτικής μείωσης των δημόσιων δαπανών υγείας, και λόγω του φαινομένου της προκλητής ζήτησης αλλά και λόγω του ότι μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού είναι πλέον ανασφάλιστο εξαιτίας της τρομερής ανεργίας. Επίσης, η θέσπιση είσπραξης εισιτηρίου αξίας 5 ευρώ για εξέταση ασθενούς στα εξωτερικά ιατρεία μονάδων υγείας του ΕΣΥ, ανεξάρτητα του είδους και της ύπαρξης ή μη ασφαλιστικής κάλυψης,  και η ουσιαστική αύξηση της συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη, λόγω αλλαγής του τρόπου υπολογισμού της συμμετοχής σε αυτήν του ασθενούς, μειώνουν περαιτέρω την δημόσια δαπάνη υγείας και αυξάνουν την ιδιωτική.
Η οικονομική κρίση, έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει τις αρνητικές συνέπειες για την υγεία και τα ποσοστά θνησιµότητας. Υπάρχει θετική συσχέτιση οικονομικής κρίσης και σοβαρών επιπτώσεων, τόσο στην ψυχική όσο και τη σωµατική υγεία των πολιτών. Τα προβλήµατα εθισµού, οι εξαρτήσεις, ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής  είναι κάποιες από τις αρνητικές συνέπειες στην υγεία. Ωστόσο το δημόσιο δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις των χρηστών, ούτε μπορεί  να καλύψει τις ανάγκες τους επαρκώς, με αποτέλεσμα αυτοί να καταφεύγουν σε καλύτερη και περισσότερη ιατρική φροντίδα, η οποία τους παρέχεται εξωνοσοκομειακά. Σε περιόδους οικονοµικής κρίσης, δημιουργείται η ανάγκη έγκαιρων παρεμβάσεων για την προστασία του πολύτιμου αγαθού που λέγεται υγεία. Το υπό κατάρρευση κοινωνικό κράτος πρόνοιας έχει αποτύχει να προστατεύσει τους πολίτες του, την περίοδο που  το χρειάζονται περισσότερο.

 * Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, μεταπτυχιακός φοιτητής οικονομικών και διοίκησης μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα),  email : nikokal02@yahoo.gr, website : www.kallinikosnikolakopoulos.blogspot.com

** Κοινωνική Λειτουργός (πτυχιούχος τμήματος κοινωνικής διοίκησης Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης) – Μεταπτυχιακή φοιτήτρια οικονομικών και διοίκησης μονάδων υγείας, email : hidiriglou.l@gmail.com