Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015

Περί ‘ευρωπαϊσμού’, διεθνούς οικονομίας και εισοδηματικών ανισοτήτων

Περί ‘ευρωπαϊσμού’, διεθνούς οικονομίας και εισοδηματικών ανισοτήτων
                                            Του Καλλίνικου Νικολακόπουλου* 8/1/2015

Στην Ευρώπη σήμερα διαπιστώνεται ραγδαία άνοδος του ευρωσκεπτικισμού και του αντιευρωπαϊσμού, ενώ η κρίση του κοινού νομίσματος ευρώ και η διαχείρισή του με πολιτικές ακραίας λιτότητας, ύφεσης και μαζικής ανεργίας, υπό την επιτήρηση και τις προσταγές της γερμανικής νεοφιλελεύθερης ελίτ, έχει κορυφωθεί.  Παρότι οι ευρωπαϊκοί λαοί, μέσω των δημοσκοπήσεων, αμφιβάλλουν έντονα για τη σημερινή μορφή του ευρώ, δεν ζητούν ευθέως την κατάργησή του, τη διάλυση της κοινής νομισματικής ζώνης και την εγκατάλειψη της προσπάθειας της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Είναι εμφανέστατη, η απουσία ουσιαστικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης και σταθεροποίησης του κοινού νομίσματος, αφού απουσιάζουν παντελώς τα μέσα λειτουργίας κοινού ομοσπονδιακού νομίσματος, όπως έχει συμβεί μέχρι σήμερα για κάθε κοινή νομισματική περιοχή στην παγκόσμια οικονομική ιστορία.
Σε σύστημα ύπαρξης εθνικών νομισμάτων, οι μακροοικονομικές και περιφερειακές ανισορροπίες, που διαταράσσουν τη συνολική σταθερότητα, αντιμετωπίζονται και με νομισματικές ανατιμήσεις στις πλεονασματικές και υποτιμήσεις στις ελλειμματικές περιοχές-χώρες. Σε σύστημα ύπαρξης κοινού νομίσματος, η συνολική συνοχή και σταθερότητα επιτυγχάνονται και με δημοσιονομικές μεταβιβάσεις πόρων από τις πλεονασματικές προς τις ελλειμματικές περιοχές, που συμβαίνει σε όλες τις ομοσπονδιακές νομισματικές περιοχές (ΗΠΑ, Καναδάς, Γερμανία κλπ) χωρίς καμιά εξαίρεση. Η μοναδική περιοχή της γης που δεν έχει συμβεί αυτό μέχρι σήμερα, κυρίως λόγω της γερμανικής εμμονής, είναι η ευρωζώνη όπου, σε αντιδιαστολή, το κόστος της εξισορρόπησης και προσαρμογής, επιρρίπτεται στα αδύναμα μέλη της και στον κόσμο της εργασίας και με ιδιαίτερη σφοδρότητα στις κατώτερες εισοδηματικά κοινωνικές τάξεις. Συνέπειες αυτού, είναι η συνέχιση απορρόφησης πόρων, κεφαλαίων και ανθρώπων από τις πλεονασματικές περιοχές σε βάρος των ελλειμματικών, με αποτέλεσμα τη διαρκή επιδείνωση λόγω μη εξάλειψης και διευρυμένης αναπαραγωγής των ανισορροπιών. Η νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση και διαχείριση του ‘ευρωπαϊσμού’, υπό τη γερμανική κηδεμονία, είναι καταδικασμένη στην αποτυχία οδηγώντας τις χώρες-μέλη στη χρεοκοπία, εξυπηρετώντας τα στενά συμφέροντα της γερμανικής ελίτ. Μια μελλοντική αποτυχία της Ευρώπης, με συνέχιση των σημερινών νεοφιλελεύθερων επιλογών, θα σημάνει ότι ο ζημιωμένος από την κατάρρευση θα είναι ο σημερινός ωφελημένος που είναι η Γερμανία. Ο εξαναγκασμός των ευρωπαϊκών χωρών σε ύφεση, λόγω της εξοντωτικής επιβαλλόμενης λιτότητας, σημαίνει ότι τα δύο τρίτα των γερμανικών πλεονασμάτων, που προέρχονται από ανταλλαγές με αυτές, θα εξαλειφθούν. Όταν τα ευρωπαϊκά εμπορικά ισοζύγια εξισορροπήσουν, δεν θα είναι δυνατή η επίτευξη γερμανικών εμπορικών πλεονασμάτων, μια που το γερμανικό εμπόριο με τον υπόλοιπο κόσμο παραμένει ουσιαστικά ισορροπημένο, μη επιφέροντας επιπλέον πλεονάσματα.
Η διαιώνιση της σημερινής μη βιώσιμης κατάστασης, θα οδηγήσει στο ορατό μέλλον στη διάλυση της κοινής νομισματικής περιοχής της ευρωζώνης, λόγω πλήρους αδιεξόδου. Οι χώρες-σύμμαχοι της Γερμανίας, της ομάδας των πλεονασματικών χωρών του βορρά (Ολλανδία, Φινλανδία), εισερχόμενες βαθμιαία σε κρίση, αναστέλλουν την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, που όμως εξακολουθούν να εφαρμόζονται με ολέθρια αποτελέσματα στις χώρες της περιφέρειας-νότου.  Σε χώρες της ευρωζώνης (Γαλλία, Ολλανδία, Φινλανδία, Γερμανία), υπάρχει ανάπτυξη αποχωριστικών αντιευρωπαϊκών κινημάτων που κινούνται σε συντηρητική εθνικιστική βάση, ενώ αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται και σε άλλες χώρες της ΕΕ και της Ευρώπης (Σουηδία, Δανία, Νορβηγία, Βρετανία, Ουγγαρία). Το πρόβλημα δεν είναι καθαυτό το κοινό νόμισμα ευρώ, αλλά η νεοφιλελεύθερη δόμηση και διαχείρισή του, υπό γερμανική εποπτεία, που συνοδεύεται από την επιβολή μέτρων ακραίας λιτότητας, ύφεσης και μαζικής ανεργίας, με καταστροφικά και αρνητικά αποτελέσματα για την κοινωνική συνοχή. Στην Ευρώπη, οι ακολουθούμενες πολιτικές που πυροδοτούν την οικονομική κρίση και την ανεργία, υποθάλπουν τα φαινόμενα ανάπτυξης ακραίων εθνικιστικών ακροδεξιών κινημάτων. Οι πολιτικές αυτές της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου, ακυρώνουν τις εθνικές κυριαρχίες των χωρών παραδίδοντας τες στο έλεος των απορυθμισμένων ‘αγορών’ και του παγκόσμιου χρηματιστικού καπιταλισμού. Η Ευρώπη έχει αναδειχθεί σε κοιτίδα της παγκόσμιας ύφεσης και ανεργίας και διάλυσης των νεανικών προσδοκιών, συμπαρασύροντας και τις υπόλοιπες περιοχές του κόσμου, κονιορτοποιώντας το όποιο ευρωπαϊκό ‘ιδεώδες’. 
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ιδρύθηκε το 1957, με υποτιθέμενο στόχο τη σταθεροποίηση και την ανάπτυξη,  βασιζόμενη στην αρχή της αλληλεγγύης. Σήμερα έχουν επικρατήσει η επιβράβευση του κοινωνικού ντάμπινγκ, νοούμενο ως μειοδοσία των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και των βιοτικών επιπέδων των εργαζομένων, η επίταση της ανεργίας, της φτώχειας και των κοινωνικών αποκλεισμών και η διάλυση των κοινωνικών ιστών, θεωρούμενα ως εξυγιαντικά μέτρα που προωθούν την ανταγωνιστικότητα. Η επικράτηση νεοφιλελεύθερων και εθνικιστικών λογικών, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια την ΕΕ στην αποσύνθεση. Η παραγωγικότητα της εργασίας στη Γερμανία, έχει αυξηθεί με τον βραδύτερο ρυθμό στην Ευρώπη, ενώ οι γερμανικές επενδύσεις σε παραγωγικό εξοπλισμό έχουν μειωθεί 20%. Η Ευρώπη έχοντας απεμπολήσει προ πολλού  τις ιδρυτικές αρχές και διακηρύξεις της, επιτείνει το αδιέξοδο με την υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων και εθνικιστικών αυταπατών και την επιβράβευση πολιτικών διόγκωσης της λιτότητας και μεγέθυνσης της ανεργίας. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της συμμαχίας της ΕΕ στην Ουκρανία, με τα αντιδραστικότατα ακροδεξιά κόμματα (Δεξιός Tομέας, Σβόμποντα), για την επίτευξη της ευρωπαϊκής ένταξής της χώρας.
Η ίδρυση του ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) τον Ιούλιο του 1944, ενώ δεν είχε ακόμη λήξει τυπικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, από 44 χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, υπό την ηγεμονία της ανερχόμενης τότε δύναμης των ΗΠΑ στο Μπρέττον Γουντς, είχε ως διακηρυγμένο στόχο τη διασφάλιση της σταθερότητας στις διεθνείς πληρωμές και τις διεθνείς κινήσεις κεφαλαίων. Βέβαια η τελική απόφαση ήταν προϊόν συμβιβασμού, αναθέτοντας στο ΔΝΤ τον ρόλο του τελικού πιστωτή για τα εθνικά ελλείμματα με το αμερικάνικο δολάριο στον ρόλο του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος και μέγιστο τελικό πιστωτή τις ΗΠΑ, ενώ δεν έγινε αποδεκτή η πρόταση του Κέυνς προς την ιδρυτική διάσκεψη, περί εξισορρόπησης των διεθνών πλεονασμάτων αλλά και ελλειμμάτων με αντίστοιχες νομισματικές ανατιμήσεις και υποτιμήσεις. Η λογική της πρότασής του ήταν, ότι δεν αρκεί η σταθερότητα των διεθνών συναλλαγματικών ισοτιμιών αλλά απαιτείται και σταθερότητα των εθνικών εξωτερικών εμπορικών ισοζυγίων, γιατί κάθε εθνική ανισορροπία, είτε έλλειμμα είτε πλεόνασμα, υπονομεύει τη σταθερότητα των νομισμάτων και συνεπακόλουθα τη διεθνή σταθερότητα. Αυτή υποσκάπτεται από την ύπαρξη τόσο των πλεονασμάτων όσο και των ελλειμμάτων, με συνέπεια τα ελλείμματα να ωθούν τα αντίστοιχα νομίσματα σε υποτιμήσεις και τα πλεονάσματα σε ανατιμήσεις και για να διατηρηθεί τελικά εξισορροπημένη η λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας, τα ελλείμματα πρέπει να χρηματοδοτούνται από τα πλεονάσματα. Η κατάρρευση του συστήματος συναλλαγματικών ισοτιμιών του Μπρέττον Γουντς το 1973, τροποποίησε στην πράξη τη λειτουργία του ΔΝΤ, που πάραυτα εξακολουθεί να λειτουργεί, αλλά οι αποσταθεροποιητικές συνέπειες από τις διεθνείς ανισορροπίες εξακολουθούν οξυνόμενες, με κύρια ευθύνη των πλεονασματικών χωρών που, παρότι διαθέτουν τα μέσα για διεθνή σταθεροποίηση, επιρρίπτουν το βάρος της προσαρμογής στις ελλειμματικές χώρες, που διαθέτουν ως μόνο πρόσφορο μέσο προσαρμογής τη νομισματική υποτίμηση.
Αναγκαία προϋπόθεση της διεθνούς σταθερότητας, είναι η άμεση ανακύκλωση των πλεονασμάτων, είτε στο εξωτερικό είτε στο εσωτερικό, ενώ σε αντίθετη περίπτωση επιδεινώνεται η παγκόσμια ύφεση, γιατί κάθε μη ανακυκλούμενο πλεόνασμα αποδυναμώνει την παγκόσμια οικονομία με τρόπο αρκετά χειρότερο από οποιοδήποτε έλλειμμα. Ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος διόρθωσης των ανισορροπιών στη διεθνή οικονομία, είναι η νομισματική ανατίμηση για τις πλεονασματικές χώρες και η υποτίμηση για τις ελλειμματικές, που πρέπει να συμβαίνουν παράλληλα για αμφίδρομη εξισορρόπηση, αν και αυτή η νομισματική αναπροσαρμογή απαιτεί κάποιο χρόνο. Η Γερμανία σήμερα επιτυγχάνει εμπορικά πλεονάσματα, που κυμαίνονται στο 7,5% του ΑΕΠ της, μη διαβλέποντας οποιαδήποτε αρνητική επίπτωση στους έταίρους’ της, λόγω της ακραίας μερκαντιλιστικής λογικής της, που επαίρονται για το γεγονός. Οι δημιουργηθείσες συνθήκες ασφυξίας στις χώρες της ευρωζώνης, λόγω των γερμανικών πλεονασμάτων, δεν μπορούν να διορθωθούν γι’αυτές με νομισματική ανατίμηση, λόγω του κοινού νομίσματος ευρώ, αλλά με ανακύκλωση των γερμανικών πλεονασμάτων στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Ακόμη και αν αιτία των γερμανικών πλεονασμάτων είναι η υψηλότερη παραγωγικότητα, αυτή θα έπρεπε να διαχυθεί στο εσωτερικό της κοινής νομισματικής ζώνης με δημοσιονομικές μεταβιβάσεις πόρων και συνεργατική, και όχι ανταγωνιστική πολιτική, μεταξύ των ‘εταίρων’. Αν όλες οι χώρες-μέλη της ευρωζώνης, ακολουθούσαν την πολιτική του κοινωνικού ντάμπινγκ, με καθήλωση του εργατικού κόστους, για περιορισμό των εισαγωγών και ανάπτυξη των εξαγωγών, θα κατέρρεε οποιαδήποτε έννοια υπερεθνικής οικονομικής συνεργασίας και θα αναβίωνε η επιζήμια διεθνής αντιπαλότητα, μέσω των μερκαντιλιστικών λογικών του παρελθόντος.
Στην Ευρώπη σήμερα η οικονομική ανισότητα δικαιολογείται, από τους ‘φωστήρες’ του νεοφιλελευθερισμού, ως μοιραία, ωφέλιμη και κινητήριος μοχλός της οικονομίας, ενώ στις ΗΠΑ έχει μεγεθυνθεί η κοινωνική πόλωση, λόγω των  παρατηρούμενων φαινομένων του ακραίου πλούτου και της ακραίας φτώχειας. Η όξυνση της εισοδηματικής ανισότητας στις ΗΠΑ κατά τις τρείς προηγηθείσες δεκαετίες, μετά την κατάρρευση του συστήματος του Μπρέττον Γουντς, οδήγησε στην χρηματοπιστωτική-οικονομική κρίση του 2007-8. Πάραυτα στις ΗΠΑ, το 95% του πρόσθετου δημιουργηθέντος εθνικού εισοδήματος, από το 2009 μέχρι σήμερα, κατευθύνθηκε στο πλουσιότερο 1% και 60% αυτού του ποσοστού κατευθύνθηκε στο πλουσιότερο 0,1%, δηλαδή σε όσους έχουν ετήσιο ατομικό εισόδημα μεγαλύτερο του 1,9 εκατομμυρίων δολαρίων. Η συγκρότηση μιας νέας ολιγαρχίας του ακραίου πλούτου και η παρατηρούμενη ακραία ανισότητα, διαβρώνει τα θεμέλια της κοινωνίας και της οικονομίας. Η τωρινή μεγάλη πόλωση, θεωρείται παρόμοιου επιπέδου με αυτήν του 1928, προ της μεγάλης κρίσης-ύφεσης του 1929-30, με ότι αυτό συνειρμικά ανακαλεί στη μνήμη μας. Ο παγκοσμιοποιημένος χρηματιστικός καπιταλισμός του 21ου αιώνα, αναφέρεται ευθέως στα πρότυπα του άγριου καπιταλισμού του 19ου αιώνα, όπως έχει ιστορικά αποτυπωθεί στα βιβλία οικονομικής ιστορίας και των κλασικών του μαρξισμού. Η τωρινή κρίση, επιτρέπει τη συσσώρευση πρόσθετων εισοδημάτων και πλούτου από το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού, ενώ το υπόλοιπο 99% αισθάνεται τη ραγδαία επιδείνωση και συρρίκνωση της κοινωνικής του ευημερίας και θέσης. Η παραγωγή νέου πλούτου δεν βασίζεται πλέον στην παραγωγική επένδυση του κεφαλαίου και στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, αλλά στην αρπακτική συσσώρευση και αναπαραγωγή πλασματικού και εικονικού χρήματος μέσω της συνεχούς δημιουργίας παράγωγων ‘προϊόντων’ και πυραμίδων της ‘σύγχρονης’ χρηματοοικονομικής μηχανικής.
Η μοίρα των ανθρώπων που σπουδάζουν και αποκτούν πτυχία και μεταπτυχιακούς τίτλους, είναι η μαζική ανεργία και η υποαπασχόληση, συχνά σε άσχετες με τα προσόντα τους εργασίες όπου αποκρύπτουν τις  σπουδές τους, αν και η απόκτηση επιπλέον ανώτατης μόρφωσης υποτίθεται ότι εξοπλίζει τους κοινωνικά αδύναμους στην επαγγελματική σταδιοδρομία, παρατηρούμενης μιας πρωτόγνωρης τεράστιας σπατάλης ανθρώπινου και κοινωνικού δυναμικού. Η ασυδοσία του πλούτου και του χρήματος, ακυρώνει τη δημοκρατία και η ραγδαία επιδεινούμενη εισοδηματική ανισότητα, υποσκάπτει τις βάσεις της κοινωνίας. Η ανισότητα δεν επιφέρει την ανάπτυξη, αλλά την καταστέλλει και η έκρηξη των παγκόσμιων  ανισοτήτων έχει ανυπολόγιστες συνέπειες στο παρόν αλλά και στο μέλλον. Έχει υπολογισθεί ότι οι αμερικανικές εισοδηματικές ανισότητες, υπερβαίνουν και αυτές της Λατινικής Αμερικής. Στη Βενεζουέλα π.χ. το πλουσιότερο εισοδηματικά 20% έχει εισόδημα οκταπλάσιο του κατώτερου 20% και στις ΗΠΑ το πλουσιότερο 20% έχει δεκαεξαπλάσιο εισόδημα από το κατώτερο 20%, ενώ ποσοστό μεγαλύτερο του 20% των παιδιών στις ΗΠΑ ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Ακόμη και το ΔΝΤ, σε πρόσφατη μελέτη, διαπιστώνει στενή σχέση μεταξύ της οικονομικής ανισότητας  και της οικονομικής αστάθειας, γεγονός που αγνοείται επιδεικτικά από την άρχουσα τάξη του χρήματος. Ο ετήσιος εργατικός πραγματικός μισθός στις ΗΠΑ, σε σημερινές τιμές, από 33.880 δολάρια το 1968 έχει μειωθεί σε 32.980 δολάρια το 2011. Όταν ο οικονομικός ρυθμός επιβραδύνεται, μεγεθύνονται οι αρπακτικές μεταβιβάσεις εισοδήματος από τα κατώτερα προς τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα, ενώ όσο ο πλούτος συσσωρεύεται η φτώχεια επεκτείνεται, αποσταθεροποιώντας την κοινωνία και την οικονομία. Βέβαια οι νεοφιλελεύθεροι ‘φωστήρες’, εξακολουθούν να διατείνονται ότι η κρίση αποτελεί ευκαιρία θετικής ‘εξυγίανσης’ και ‘μεταρρυθμίσεων’, αποφεύγοντας να θίξουν το ζήτημα της ανισότητας και βρίσκοντας την ύπαρξη θετικών πλευρών από την μεγεθυνόμενη οικονομική και κοινωνική πόλωση, μέσα στην ιδεοληψία τους.


* Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, μεταπτυχιακός φοιτητής οικονομικών και διοίκησης μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα) , email : nikokal02@yahoo.gr, website : www.kallinikosnikolakopoulos.blogspot.com


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου